Το Σάββατο της Διακαινησίμου εβδομάδος η Εκκλησία μας τιμά άπαντες τούς Αγίους Κολλυβάδες Πατέρες. Πρόκειται για οσιακές μορφές κυρίως του 18ου και του 19ου αιώνος, αν και δεν είναι άτοπο να συγκαταριθμήσουμε μαζί τους και άλλους Πατέρες του 20ου, οι οποίοι αγωνίστηκαν να επαναφέρουν στο προσκήνιο την γνήσια ορθόδοξη πνευματική ζωή. Η αρχή έγινε με οξείες διαφωνίες με άλλους αγιορείτες που υποστήριζαν την κατά την Κυριακή τέλεση των μνημοσύνων αλλά και την σπάνια συμμετοχή στην θεία Κοινωνία. Οι «Κολλυβάδες»- όνομα που τους επιδόθηκε σκωπτικά- αγωνίστηκαν να συνδέσουν τους ορθοδόξους της εποχής τους με την λοιπή ιερή ασκητική Παράδοση της Εκκλησίας μας, όχι μόνον διότι το ορθό ήταν να τελούνται τα μνημόσυνα το Σάββατο και οι Χριστιανοί να κοινωνούν συχνά, αλλά επειδή γενικότερα η ησυχαστική ζωή της Εκκλησίας είχε παραγκωνισθεί. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Κολλυβάδες προτείνουν διαρκώς θέσεις του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Βέβαια, όπως τότε ο μεγάλος αυτός Πατήρ παρεξηγήθηκε έτσι και αυτοί παρεξηγήθηκαν, πολεμήθηκαν και διώχθηκαν προς χάρη της Αλήθειας. Το Φιλοκαλλικό Πνευματικό κίνημα αυτών των Οσίων οφείλουμε να το βιώνουμε διαρκώς εντός της Εκκλησίας, εάν θέλουμε να είμαστε συνδεδεμένοι με ολόκληρη την αγιοπνευματική Παράδοση Αυτής. Το φοβερότερο είναι πως ακόμη και σήμερα, ενώ πλέον έχουν ανακηρυχθεί Άγιοι της Εκκλησίας και εμείς είμαστε σε θέση να παρατηρήσουμε πως όσα δίδαξαν είναι απολύτως σύμφωνα προς την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, κατηγορούνται και συκοφαντούνται από κάποιους που θεώρησαν εαυτούς ανωτέρους των Αγίων.

κειμ. ΙΜ Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
εικών Δημητρέλος

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

Συνέντευξη με τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου κ. Αμφιλόχιο Ράντοβιτς για τον Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο



Τοιχογραφία του Οσίου Φιλόθεου στο εκκλησάκι της Παναγίας Παντάνασσας στο βατοπαιδινό μετόχι της ευλογημένης λίμνης Βιστωνίδας.
Κ.Ι.: «Τά άνω φρονείτε, μή τά επί της γης», μας παροτρύνει ο απόστολος των εθνών Παύλος στην προς Κολασσαείς επιστολή του. Και μας εξηγεί: «Άπεθάνετε γάρ, καί ή ζωή υμών κέκρυπται σύν τω Χριστώ εν τω Θεώ” όταν ό Χριστός φανερωθή, ή ζωή υμών, τότε καί ύμεϊς σύν αύτω φανερωθήσεσθε έν δόξη».
Αυτά μου έρχονται στο νου, μιμνησκόμενος των αγίων Γερόντων, για τους οποίους ο Θεός αξίωσε εμάς τους ελαχίστους να ομιλούμε και να γράφουμε, προς δόξαν Κυρίου.
Μια άλλη μεγάλη Γεροντική μορφή του αιώνα μας υπήρξε ο αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκος, Καθηγούμενος της ιεράς κοινοβιακής Μονής της Ζωοδόχου Πηγής στη Λογγοβάρδα της νήσου Πάρου.
Για τον πατέρα Ζερβάκο έχουμε μια σύντομη, αλλά σημαντική μαρτυρία από το Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλάσσιας κ. Αμφιλόχιο Ράντοβιτς.
Α.Ρ.: Υπήρξε μεγάλη μορφή, θαυμάσιος άνθρωπος.
Πήγα και τον επισκέφθηκα στο μοναστήρι, που έκτισε στη Λογγοβάρδα της Πάρου. Μέσα στο δωμάτιο του είχε ετοιμάσει και τον τάφο του’ στη μια μεριά του δωματίου του ήταν το κρεβάτι του και στην άλλη μεριά ήταν ο τάφος του.
Τον ρώτησα γιατί είχε φτιάξει τον τάφο του και μου απάντησε:
-Σ’ όλη μου την ζωή, προσπάθησα να μην επιβαρύνω κανένα. Τώρα, που γέρασα, δεν ξέρω πότε θα με πάρει ο Θεός. Γι’ αυτό έφτιαξα μόνος μου τον τάφο μου κι ελπίζω ότι τόσο τουλάχιστον κέρδισα στη ζωή, ώστε να με μεταφέρει κάποιος από το κρεβάτι μου στον τάφο μου. Αν θα γνώριζα την ώρα που θα πέθαινα, αντί να πέσω στο κρεβάτι, θα έπεφτα στον τάφο, για να μην επιβαρύνω ούτε και σ’ αυτό τους πλησίον μου.
Κ.Ι.: Είναι πολύ σπουδαία πράγματα αυτά, που ακούμε.
Α.Ρ.: Είναι πράγματι πολύ σημαντικό αυτό. Ο άγιος ζητά από τον εαυτό του πολλά, αλλά δεν ζητά τίποτε από τους άλλους.
Κ.Ι.: Οι άγιοι ζητούν μόνο από το Θεό το έλεος του, ενώ όλοι εμείς οι άλλοι συνεχώς ζητούμε ο ένας από τον άλλο, αντί να δίνουμε.
Α.Ρ.: Ακριβώς, αυτοί οι άγιοι άνθρωποι δεν ζητούν, παρά μόνο δίνουν.
Κ.Ι.: Γι’ αυτό κι εμείς θα πρέπει, σ’ όλη τη διάρκεια του βίου μας, ν’ αγωνιζόμαστε, ο καθένας στο μέτρο των δυνάμεων του και, φυσικά, με τη χάρη του Θεού, να γίνουμε, όπως μας παραγγέλλει ο απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους επιστολή του, «συμπολΐται των αγίων καί οικείοι τοΰ Θεοΰ, έποικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των Αποστόλων καί προφητών, δντος ακρογωνιαίου αύτοϋ Ίησοΰ Χριστού».
Α.Ρ.: Μια φορά, που εξομολογήθηκα στον πατέρα Φιλόθεο Ζερβάκο και του είπα ένα λογισμό μου, μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση πώς αντιμετώπισε το θέμα ως πνευματικός. Μου είπε:
-Αδελφέ πάτερ Αμφιλόχιε, ο άλλος είναι η εικόνα του Θεού. Επιτρέπεται ν’ αμαρτήσουμε εναντίον της εικόνας του Θεού, έστω και με λογισμό;
Κ.Ι.: Συγκλονιστικό αυτό.
Α.Ρ.: Ναι. Ποτέ δεν θα είχα σκεφτεί ν’ αντιμετωπίσω μ’ αυτό τον τρόπο τον αμαρτωλό λογισμό εναντίον κάποιου. Και θυμάμαι αυτό, που έλεγε ο πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς: «Στον άλλο να πηγαίνεις με τα πόδια της περιστεράς». Να τον πλησιάζεις, δηλαδή, όπως το περιστέρι, απαλά, μαλακά, διότι ο πλησίον σου έχει τους φόβους του, έχει τις θλίψεις του. Έχει ήδη έτσι αρκετό βάρος’ να μην παίρνει κι άλλο βάρος από σένα».
Κ.Ι.: Όπως το Αγιο Πνεύμα, που ήρθε υπό μορφή περιστεράς.
Α.Ρ.: Ναι, ακριβώς αυτό.
Κ.Ι.: Ο Κύριος μας είπε να είμαστε «ακέραιοι ώς αί περιστεραί». Διαβάζουμε στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο ότι ο Κύριος είπε στους μαθητές του: «Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ώς πρόβατα εν μέσω λύκων’ γίνεσθε ουν φρόνιμοι ώς οί όφεις καί ακέραιοι ώς αί περιστεραί».
Α.Ρ.: Στην Αθήνα όταν βρισκόμουν, φίλος μου και πνευματικό μου στήριγμα ήταν ο μακαριστός πατήρ Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, στον οποίο και εξομολογούμην. Πήγαινε εκεί και ο πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος, υπέργηρος και μιλούσε στο εκκλησίασμα μετά τη Θεία Λειτουργία. Ο λόγος του κυλούσε όπως το ήρεμο ποτάμι. Κι ένιωθες ότι ο λόγος του δεν έβγαινε από το νου του, αλλά από την ψυχή του’ ήταν το απόσταγμα της ζωής του.
Όταν τον είδα στη Λογγοβάρδα της Πάρου, στους Αγίους Πάντες, όπου ασκήτευε, καθώς μας μιλούσε, τον αισθάνθηκα ως τον πατριάρχη της νήσου. Κι από τότε μέχρι σήμερα, κάθε φορά που τον σκέφτομαι, έτσι τον σκέφτομαι1 ως πατριάρχη της Πάρου.
Κ.Ι.: Πολύ ωραία εικόνα αυτή. Κι ήταν πράγματι πατριάρχης της Πάρου, αφού έσωσε τόσους ανθρώπους εκεί από το θάνατο. Στην Πάρο μέχρι σήμερα θυμούνται πολύ έντονα το γεγονός αυτό, το οποίο υπήρξε ένας ακόμη λόγος για να θεωρούν το Γέροντα Φιλόθεο ως ιερό πρόσωπο. Θ’ αφηγηθώ αυτό το ιστορικό γεγονός, όπως το αφηγήθηκαν και σ’ εμένα άλλοι.
Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα, οι αγωνιστές της Αντίστασης έκαναν μια δολιοφθορά στην Πάρο. Ο Γερμανός διοικητής των Κυκλάδων, που πήγε στην Πάρο για να κάνει τις ανακρίσεις, διέταξε να του πάρουν εκατόν πενήντα νέους, κυρίως, ανθρώπους, τους οποίους θα εκτελούσε.
Πραγματικά συγκεντρώθηκαν αυτοί οι εκατόν πενήντα άνθρωποι. Και το γεγονός έγινε ακόμη πιο τραγικό, διότι είπαν στους προέδρους των κοινοτήτων να διαλέξουν εκείνοι αυτούς τους ανθρώπους. Να σκεφτούμε τη θέση ενός κοινοτάρχη μέσα σ’ ένα χωριό, να πρέπει να διαλέξει αυτούς, που θα εκτελούσαν οι Γερμανοί. Αναγκάστηκαν τότε οι κοινότητες να βάλουν κλήρο για το ποιος θα πήγαινε.
Μαζεύτηκαν, λοιπόν, αυτοί οι εκατόν πενήντα άνθρωποι, οι οποίοι συνελήφθησαν από τους Γερμανούς, κλείστηκαν στις φυλακές και περίμεναν σε λίγες μέρες την εκτέλεση τους. Και, βέβαια, ξεσηκώθηκαν οι αρχές, ο δήμαρχος, η Εκκλησία, οι πάντες, να παρακαλούν το Γερμανό διοικητή. Ανένδοτος αυτός. Πήγαν τότε στον πατέρα Φιλόθεο Ζερβάκο, ο οποίος είχε πολλά πνευματικά τέκνα του ανάμεσα στους επιλεγέντες για εκτέλεση.
Κάλεσε, λοιπόν, ο πατήρ Φιλόθεος το Γερμανό διοικητή στο μοναστήρι του, για να τον φιλοξενήσει. Πήγε ο διοικητής με τη συνοδεία του. Έφαγαν όλοι μαζί, μίλησαν για το μοναχισμό και για πολλά άλλα θέματα. Κι όταν άρχισε να μαλακώνει κάπως ο Γερμανός, του είπε ο πατήρ Ζερβάκος: «Ξέρετε, εμείς οι Ορθόδοξοι στα μοναστήρια συνηθίζουμε, όταν έχουμε κάποιο φιλοξενούμενο, να πηγαίνουμε μέσα στην εκκλησία και να κάνουμε μια παράκληση για την υγεία τη δική του και της οικογένειας του. Αν θέλετε, δώστε μου τα ονόματα της οικογένειας σας, που είναι στη Γερμανία, να κάνουμε μια παράκληση εδώ». Έδωσε ο Γερμανός τα ονόματα, πήγαν στην εκκλησία και, πραγματικά, έκαναν την παράκληση.
Ο Γερμανός βγήκε πολύ σκεπτικός από την εκκλησία και, όταν ήταν έτοιμος να φύγει, γύρισε και είπε: «Θέλω να ξεπληρώσω αυτές τις περιποιήσεις, που μου κάνατε. Μπορείτε, λοιπόν, να μου ζητήσετε μια χάρη, την οποία θα σας κάνω. Αλλά η χάρη αυτή να μην είναι η αίτηση για την απελευθέρωση των κρατουμένων. Αυτοί θα εκτελεστούν. Ο,τιδήποτε άλλο μου ζητήσετε, θα το κάνω». «Πριν σας ζητήσω ο,τιδήποτε», είπε ο πατήρ Ζερβάκος, «θέλω να μου δώσετε το λόγο της στρατιωτικής σας τιμής ότι θα κάνετε αυτό, που θα σας πω». «Έ-
χετε το λόγο της στρατιωτικής μου τιμής», απάντησε ο Γερμανός. Του είπε τότε ο πατήρ Φιλόθεος: «Θέλω να βάλετε κι εμένα ανάμεσα στους εκατόν πενήντα και να εκτελέσετε εμένα πρώτο».
Ο Γερμανός βρέθηκε στο δίλημμα ή να σκοτώσει το Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο ή ν’ αφήσει και τους άλλους, γιατί, χωρίς να του το ζητήσει άμεσα ο πατήρ Φιλόθεος, έμμεσα αυτό ζήτησε. Κι είχε δεσμευτεί με το λόγο της στρατιωτικής του τιμής ο Γερμανός. Αναγκάστηκε, λοιπόν, να υπογράψει την απόλυση και των εκατόν πενήντα Παριανών.
Πραγματικά κάθε φορά, που θυμούμαι αυτό το γεγονός, συγκλονίζομαι, διότι είναι όντως αυτό, που λέγει το Ευαγγέλιο, ότι ο καλός ποιμήν θυσιάζει την ψυχή του υπέρ των προβάτων.
Αυτή την ημέρα τη γιορτάζουν ακόμη στην Πάρο, ως την επέτειο της σωτηρίας των εκατόν πενήντα εκείνων ανθρώπων, οι οποίοι μεγάλωσαν, έκαναν οικογένειες, έχουν εγγόνια και δισέγγονα, χωρίς ποτέ να ξεχνούν ότι οφείλουν τη ζωή τους και την ευτυχία τους, τις ανθρώπινες χαρές, στο Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο, ο οποίος πραγματικά έθεσε τον εαυτό του υπέρ του ποιμνίου του.
Ως κατακλείδα θα θέλαμε ν’ αναφέρουμε, για όσους τυχόν δεν το γνωρίζουν, ότι ο Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος υπήρξε και ένας από τους σημαντικούς εκκλησιαστικούς συγγραφείς του αιώνα μας. Έγραψε πολύ ωραία βιβλία, τα οποία αξίζει να διαβάσουμε, γιατί πάρα πολύ έχουμε να ωφεληθούμε από τη μελέτη τους <1>.
Σημείωση:
1. Δίνουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το εξαίρετο βιβλίο του Γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου Ο Οδοιπόρος -Μια ευσεβής οδοιπορία από της επιγείου πατρίδος έως της ουρανίου Ιερουσαλήμ:
«Ωσαύτως είς τους πειρασμούς, τας θλίψεις, τους κινδύνους, τας στενοχώριας, να καταφεύγης διά της προσευχής προς τον Θεόν ζητών βοήθειαν’ δύνασαι όμως να βάζης και μεσίτας προς τον Θεόν διά τα αιτήματα σου την Κυρίαν Θεοτόκον και πάντας τους αγίους, οίτινες, επειδή έχουν χάριν και παρρησίαν προς τον Θεόν, δύνανται να σε βοηθήσωσιν’ αλλά και οι πνευματικοί αδελφοί και φίλοι είς τας θλίψεις και πειρασμούς δύνανται να μας βοηθήσωσι, παρηγορήσωσι και ανακουφίσωσι’ διά τούτο ο ανωτέρω σοφός Σειράχ λέγει είς την σοφίαν του’ ‘ει κτάσαι φίλον, εν πειρασμώ κτήσαι αυτόν… φίλος πιστός φάρμακον ζωής’, είς δε το έργον της αγάπης και της φιλαδελφείας μιμήθητι τους αγίους, αυτόν τον ίδιον Χριστόν, όστις ήλθεν εις τον κόσμον ουχί διά να διακονηθή, αλλά να διακονήση και κατεδέχθη να πλύνη τους πόδας των μαθητών του, του πλάσματος του, ο διδάσκαλος, ο ποιητής και πλάστης των απάντων!! Μιμήθητι τον ανωτέρω Οδοιπόρον και καθώς εκείνος ηγάπα να επισκέπτεται και να περιποιήται τους ασθενείς, ούτω και συ αγάπα πάντα άνθρωπον και ιδίως τους πτωχούς και δυστυχείς, οι οποίοι δεν έχουν τα μέσα ούτε είς ιατρούς να υπάγωσιν, ούτε φάρμακα να αγοράσωσιν ούτε τρόφιμα έχουσι’ τούτους εξαιρετώτερα των άλλων να επισκέπτησαι, να τους παρήγορης και εάν είσαι είς θέσιν να τους βοηθής υλικώς’ εάν δεν είσαι, τότε να τους βοηθής πνευματικός με λόγους ωφελίμους’ να έχουν δηλ. θάρρος, πίστιν, ελπίδα, μεγαλοψυχίαν, υπομονήν, και καρτερίαν είς τας θλίψεις των και ασθενείας διό να έχωσι μεγάλον μισθόν είς τους ουρανούς διά την υπομονήν των. Να τους προτρέπης να εξομολογηθώσι, να μεταλάβωσι των αχράντων μυστηρίων, να ενθυμώνται τον θάνατον και την κόλασιν. Επειδή ο άνθρωπος συνίσταται εκ δύο ουσιών, από σώμα υλικόν και φθαρτόν και από ψυχήν άυλον και αθάνατον, το μεν σώμα έχει ανάγκην βοηθείας υλικής, η δε ψυχή βοηθείας πνευματικής. Όσην λοιπόν διαφοράν έχει η ψυχή από το σώμα, τόσην διαφοράν έχει και η πνευματική βοήθεια και ελεημοσύνη από την σωματικήν. Στοχάσου λοιπόν, αγαπητέ μοι, πόσον μέγα καλόν εστίν η ελεημοσύνη, την οποία εμακάρισεν ο Κύριος ειπών’ ‘Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται’. Κατά δε την δευτέραν αυτού παρουσίαν θα είπη είς τους δικαίους και εξαιρετικώς είς τους ελεήμονας’ την ελεημοσυνην την οποίαν εκάματε είς τους πτωχούς αδελφούς μου, είς εμέ την εκάμετε. Έφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε’.
Εάν θέλης, αγαπητέ μου συνοδοιπόρε, να καθαρίσης τον εαυτόν σου από τας αμαρτίας, να όδευσης ευκόλως την στενήν και τεθλιμμένην οδόν και φθάσης είς την Βασιλείαν των ουρανών, εάν θέλης να πλησίασης είς τον Θεόν και ομοιωθής με αυτόν, μη παύσης την ελεημοσυνην την υλικήν, εάν είσαι εύπορος και την πνευματικήν, εάν δεν είσαι εύπορος από υλικά αγαθά. Το τάλαντον, όπερ έλαβες από τον πλουσιόδωρον Θεόν, φρόντισε να το αύξησης διά της αγάπης, της φιλαδελφείας, της ελεημοσύνης, της μεταδόσεως. Άρεσάτω σου η βουλή μου, ω βασιλεύ’, είπεν ο Δανιήλ προς τον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, ‘και τας αμαρτίας σου εν ελεημοσύναις λύτρωσαι, και τας αδικίας σου εν οικτιρμοίς πενήτων’. Ο δίκαιος σοφός παροιμιαστής λέγει’ ‘ελεημοσύναις και πΐστεσιν αποκαθαίρονται αμαρτίαι’. Ο δίκαιος Τωβίτ’ “ελεημοσύνη εκ θανάτου ρύεται, και ουκ εά εισελθείν εις το σκότος”. Ο δε Θεολόγος Γρηγόριος λέγει’ ‘εν ουδενί άλλω άνθρωπος Θεώ ομοιούται, ως το ευ ποιείν… ευεργετών νόμιζε μιμείσθαι Θεόν’. Και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εν ευαγγελίοις έφη. Αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπιζοντες και έσται ο μισθός υμών πολύς και έσεσθε υιοί του Υψίστου’ ότι αυτός χρηστός εστίν επί τους αχάριστους και πονηρούς’ γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο Πατήρ υμών οικτίρμων εστί’. Διά της φιλοξενίας και της ελεημοσύνης ηξιώθη ο Αβραάμ να φιλοξενήση είς μορφήν τριών Αγγέλων την αγ. Τριάδα. Δι’ ο και ο θεοκήρυξ Απόστολος Παύλος παροτρύνει ημάς λέγων: ‘Της φιλοξενίας μη επιλανθάνεσθε, διά ταύτης γαρ έλαθόν τίνες ξενίσαντες αγγέλους’.
Περί της ελεημοσύνης λέγει και ο θείος Χρυσόστομος τα ακόλουθα. Αυτή μείζων η χάρις, ή νεκρούς ανιστά’ του γάρ εν τω ονόματι του Ιησού τους αποθανόντος εγείρειν, πολλώ μείζον τω πεινώντι τρέφειν τον Χριστόν. Ενταύθα μεν γαρ ου τον Χριστόν ευεργετείς’ εκεί δε αυτός σε και ο μισθός εν τω ποιείν ευ, ουκ εν τω πάσχειν ευ, ενταύθα μεν γαρ (επί των σημείων λέγω) αυτός οφείλεις τω Θεώ επί δε της ελεημοσύνης τον Θεόν οφειλέτην έχεις’. Βλέπεις, αγαπητέ μοι, πώς ο φιλάνθρωπος και πολεύσπλαγχνος Θεός και Πατήρ ημών ο ουράνιος διά να μας διευκολύνη και ομαλύνη την στενήν και τεθλιμμένην οδόν πόσους τρόπους και μέσα εφεύρε διά των οποίων ευκόλως και ακινδύνως δυνάμεθα να διαπλεύσωμεν το πολυκύμαντον πέλαγος της παρούσης ζωής, να βαδίσωμεν την στενήν και τεθλιμμένην οδόν και να φθάσωμεν είς τους γαληνούς λιμένας της αιωνίου και ατελεύτητου ζωής και βασιλείας. Βάδιζε λοιπόν μετά προθυμίας μεγίστης την προς την άνω Ιερουσαλήμ άγουσαν οδόν, ευχαριστεί και δοξολογεί εκ καρδίας τον Κύριον και μη παύσης πάσας τας ημέρας της ζωής σου, άχρι τελευταίας αναπνοής σου, να τον υμνής, δοξάζης, ευχάριστης και να τον παρακαλής να σε φωτίζη και οδηγή είς το να ποιής το θέλημα του το άγιον και ούτω αξιωθής της αιωνίου και ατελεύτητου ζωής και βασιλείας’ ης γένοιτο πάντας επιτυχείν».


 

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

Πῶς πρέπει νὰ ἑτοιμαζώμαστε γιὰ τὴν κοινωνία, γιὰ νὰ παρακινηθοῦμε στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ


 Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης
Γιὰ νὰ παρακινηθῇς μὲ τὸ ἐπουράνιο αὐτὸ μυστήριο στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, θὰ σκεφθῇς μὲ τὸ λογισμό σου τὴν ἀγάπη ποὺ ἔχει πρὸς ἐσένα ὁ Θεός, σκεπτόμενος ἀπὸ τὸ προηγούμενο βράδυ ὅτι ἐκεῖνος ὁ Μεγάλος καὶ Παντοκράτορας Θεὸς δὲν ἀρκέσθηκε μόνο στὸ ὅτι σὲ ἔπλασε κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσι καὶ ὅτι ἔστειλε στὴ γῆ τὸν Μονογενῆ του Υἱὸ νὰ περπατήσῃ τριάντα τρία χρόνια, γιὰ νὰ σὲ ζητήσῃ καὶ γιὰ νὰ ὑποφέρῃ σκληρότατα πάθη καὶ τὸν βασανιστικὸ θάνατο τοῦ σταυροῦ, γιὰ νὰ σὲ ἐξαγοράση ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ ἀκόμη θέλησε νὰ σοῦ τὸν ἀφήσῃ γιὰ τὴν ἀνάγκη καὶ γιὰ τὴν τροφή σου σὲ αὐτὸ τὸ θειότατο Μυστήριο. Σκέψου καλά, παιδί μου, τὰ ἀκατανόητα μεγαλεῖα αὐτῆς τῆς ἀγάπης, ποὺ τὴν κάνουν σὲ ὅλα της τὰ μέρη πάρα πολὺ τέλεια καὶ ὑπέροχη.

Α´) Διότι ἂν σκεφθοῦμε ὅτι ὁ Θεὸς μᾶς ἀγάπησε αἰώνια καὶ ἄναρχα, καὶ ὅσο εἶναι αὐτὸς αἰώνιος κατὰ τὴν Θεότητά του, ἄλλο τόσο αἰώνια εἶναι καὶ ἡ ἀγάπη του, μὲ τὴν ὁποία πρὸ πάντων τῶν αἰώνων ἀποφάσισε νὰ μᾶς δώσῃ τὸν Υἱό του μὲ αὐτὸν τὸν θαυμάσιο τρόπο!

Γι᾿ αὐτό, εὐφραινόμενος ἐσωτερικά, μπορεῖς νὰ πῇς τὰ ἑξῆς μὲ πνευματικὴ χαρά: Λοιπὸν σὲ ἐκείνη τὴν ἄβυσσο τῆς αἰωνιότητας ἦταν ἡ μικρότητά μου, τόσο ψηφισμένη (ὑπολογισμένη) καὶ ἀγαπημένη ἀπὸ τὸν ἀπόλυτο Θεό, σὲ τέτοιο τρόπο ποὺ αὐτὸς σκεπτόταν γιὰ μένα καὶ ἐπιθυμοῦσε μὲ θέλησι τῆς ἀνεκδιήγητης ἀγάπης του νὰ μοῦ δώσῃ γιὰ βρῶσι τὸν Μονογενῆ του Υἱό;
Β´) Ὅλες οἱ ἄλλες ἀγάπες τοῦ κόσμου, ὅσο μεγάλες κι ἂν εἶναι, ἔχουν κάποιο μέτρο καὶ ὅριο καὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐπεκταθοῦν περισσότερο. Ἀλλὰ μόνον αὐτὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς εἶναι χωρὶς μέτρο. Καὶ γι᾿ αὐτὸ θέλοντας ὁ Θεὸς νὰ θεραπευθῆ ἐντελῶς, ἔδωσε τὸν Υἱό του, ἴσο στὴν μεγαλειότητα καὶ ἀπειρία μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ μιᾶς καὶ τῆς ἴδιας οὐσίας καὶ φύσεως.
 Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν τόση μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη του, ὅσο εἶναι καὶ τὸ χάρισμα, καὶ ἀντίστροφα τόσο εἶναι τὸ χάρισμα, ὅση εἶναι καὶ ἡ ἀγάπη. Καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο εἶναι τόσο μεγάλα, ὥστε μεγαλύτερο μέγεθος δὲν μπορεῖ νὰ φαντασθῇ κανένας κτιστὸς νοῦς.

Γ´) Ὁ Θεὸς δὲν παρακινήθηκε ἀπὸ καμμιὰ ἀνάγκη νὰ μᾶς ἀγαπήσῃ, ἀλλὰ ἀπὸ μόνη τὴν φυσική του ἀγαθότητα καὶ ἀπὸ τὴν τόσο μεγάλη του ἀγάπη πρὸς ἐμᾶς, ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὴν καταλάβουμε.


Δ´) Οὔτε κανένα ἔργο ἢ κάποια καλὴ πρᾶξι δική μας μπόρεσε νὰ προηγηθῆ, γιὰ νὰ δείξη ἐκεῖνος ὁ ἄπειρος Θεὸς μία τέτοια ὑπερβολὴ ἀγάπης μὲ τὴν ταλαιπωρία μας. Ἀλλὰ ἐξ αἰτίας τῆς ἐλευθερίας του μόνο, δόθηκε ὁλοκληρωτικὰ σὲ μᾶς τὰ κτίσματά του, ποὺ εἴμαστε ἐντελῶς ἀνάξιοι.


Ε´) Ἂν σκεφθῇς καλὰ τὴν καθαρότητα τῆς ἀγάπης αὐτῆς, θὰ δῇς ὅτι δὲν εἶναι σὰν τὶς ἀγάπες τοῦ κόσμου, ἀναμεμιγμένη μὲ κάποιο κέρδος προσωπικό. Διότι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὰ ἀγαθά μας. Ἐπειδὴ αὐτὸς καὶ μόνος του καὶ χωρὶς ἐμᾶς εἶναι πάρα πολὺ εὐτυχισμένος, μακάριος καὶ πάρα πολὺ ἔνδοξος. Ἔτσι, χρησιμοποίησε τὴν ἀνέκφραστη ἀγαθότητα καὶ ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς, ὄχι γιὰ δική του ὠφέλεια, ἀλλὰ γιὰ δική μας!


Αὐτὰ συλλογιζόμενος καλὰ θὰ πῇς στὸν ἑαυτό σου: «Πῶς γίνεται αὐτό; Ἕνας Θεὸς Ὕψιστος νὰ βάλῃ τὴν καρδιά του σὲ ἕνα κτίσμα τόσο χαμηλό; Τί θέλεις, Βασιλιᾶ τῆς δόξης; Τί περιμένεις ἀπὸ ἐμένα, ποὺ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ λίγη σκόνη καὶ κονιορτός; Βλέπω, καλά, Θεέ μου, στὸ φῶς τῆς ἀγάπης σου, ποὺ εἶναι σὰν φωτιά, ὅτι ἔχεις μόνο ἕνα σκοπό, ποὺ πλέον καθαρὰ μοῦ δείχνει τὴν ἀγάπη σου πρὸς ἐμένα ποὺ εἶναι χωρὶς δόλο.

Ἐπειδὴ δὲν μοῦ δίνεσαι γιὰ ἄλλο σκοπὸ πρὸς βρῶσι καὶ πόσι, παρὰ μόνο γιὰ νὰ μὲ μεταβάλλης ὁλόκληρο στὸν ἑαυτό σου, ὄχι διότι ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ ἐμένα, ἀλλὰ ζωντας ἐσὺ σὲ μένα καὶ ἐγὼ σὲ σένα, θὰ μπορέσω νὰ γίνω διὰ μέσου τῆς ἀγαπητικῆς ἑνώσεως ὅπως ἐσὺ ὁ ἴδιος· καὶ ἀπὸ τὴν ἕνωσι τῆς δικῆς μου ἐπίγειας καρδιᾶς καὶ τῆς δικῆς σου τῆς ἐπουράνιας νὰ γίνῃ μέσα μου μία μόνη νοερὴ καὶ θεϊκὴ καρδιά».

Ἀπὸ τέτοιους λογισμούς, λοιπόν, ἐσὺ πρέπει νὰ γεμίσῃς ἀπὸ ἔκπληξι καὶ χαρά, βλέποντας τὸν ἑαυτό σου νὰ ἔχῃ τιμηθῆ τόσο πολὺ καὶ νὰ εἶναι ἀγαπημένος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ γνωρίζοντας ὅτι αὐτὸς μὲ τὴν παντοδύναμη ἀγάπη του δὲν ζητεῖ ἄλλο, οὔτε θέλει κάτι ἄλλο ἀπὸ ἐσένα, παρὰ νὰ τραβήξῃ ὅλη σου τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ σὲ ξεχωρίσῃ ὡς πρῶτον ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα καὶ κατόπιν καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου, διότι εἶσαι κτίσμα· γιὰ νὰ προσφέρῃς ὅλο σου τὸν ἑαυτὸ στὸν Θεὸ ὡς ὁλοκαύτωμα καὶ γιὰ νὰ παρακινῇ ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα ἡ μόνη του ἀγάπη καὶ θεϊκή του ἀρέσκεια τὸν νοῦ σου, τὴν θέλησί σου καὶ τὴν μνήμη σου καὶ νὰ κυβερνᾷ ὅλες σου τὶς αἰσθήσεις.

Καὶ βλέποντας μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὅτι δὲν μπορεῖ ἄλλο πρᾶγμα νὰ προξενήσῃ σὲ σένα τὰ παρόμοια θεϊκὰ ἀποτελέσματα, ὅπως τὸ πανάγιο Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἄνοιξε τὴν καρδιά σου πρὸς αὐτὸ μὲ τὶς ἀκόλουθες ἐρωτικὲς καὶ ἀγαπητικὲς ἐμπνεύσεις καὶ πές: «Ὦ ὑπερουράνια βρῶσις, πότε θὰ ἔλθη ἡ ὥρα ἐκείνη ποὺ ἐγὼ θὰ θυσιασθῶ ὁλόκληρος γιὰ σένα ὄχι μὲ ἄλλη φωτιά, ἀλλὰ μὲ ἐκείνη τῆς ἀγάπης σου;
Πότε θὰ ζήσω μόνο ἀπὸ ἐσένα καὶ γιὰ σένα καὶ μόνον γιὰ σένα; Ὤ, πότε, ἡ ζωή μου; Ζωὴ ὡραία, ζωὴ εὐχάριστη καὶ αἰώνια, μάννα οὐράνιο, πότε ἐγὼ νὰ ἀηδιάσω ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐπίγεια βρῶσι καὶ νὰ ἐπιθυμήσω μόνον ἐσένα, νὰ τραφῶ μόνον ἀπὸ ἐσένα;
Πότε θὰ γίνῃ αὐτό, ὢ δική μου Γλυκύτητα; Πότε μόνον μου ἀγαθό; Ὦ Κύριέ μου, ἐρασμιώτατε, καὶ παντοδύναμε ἐλευθέρωσε αὐτὴ τὴν ἄθλια καρδιά μου ἀπὸ κάθε προσκόλημμα καὶ ἀπὸ κάθε ἐγκληματικὸ πάθος.
Στόλισέ την μὲ τὶς ἅγιες ἀρετές σου καὶ μὲ ἐκεῖνον τὸν ἀληθινὸ σκοπό, γιὰ τὸν ὁποῖο μπορῶ νὰ κάνω τὸ κάθε τί γιὰ νὰ σοῦ ἀρέσω. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν θὰ ἔλθω γιὰ νὰ σοῦ ἀνοίξω τὴν καρδιά μου. Θέλω νὰ σὲ παρακαλέσω καὶ θέλω νὰ σὲ εὐχαριστήσω, νὰ εἰσέλθης σὲ αὐτήν, μέσα στὴν ὁποία, ἐσὺ Κύριε, χωρὶς ἀντίστασι θὰ φέρῃς ἐκεῖνα τὰ ἀποτελέσματα, τὰ ὁποῖα πάντοτε ἐπιθυμεῖς νὰ ἐνεργῇς».

Σὲ αὐτὲς τὶς ἀγαπητικὲς διαθέσεις μπορεῖς νὰ γυμνάζεσαι ἀπὸ τὸ ἑσπέρας καὶ τὸ πρωὶ γιὰ τὴν ἑτοιμασία τῆς ἱερᾶς Μεταλήψεως. Ἔπειτα, ὅταν πλησιάση ὁ καιρός, σκέψου ποιὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔχεις γιὰ νὰ ζήσῃς, ὅτι δηλαδὴ ἐκεῖνος εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει μεγαλειότητα ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὴν καταλάβουμε, μπροστὰ στὴν ὁποία τρέμουν οἱ οὐρανοὶ καὶ ὅλες οἱ ἐξουσίες! Ὅτι εἶναι ὁ Ἅγιος τῶν Ἁγίων, ὁ πιὸ καθαρὸς καθρέπτης!

Ἡ καθαρότητα ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοηθῆ, ἀναλογικὰ μὲ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει κανένα κτίσμα καθαρό! Ὅτι εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ σὰν σκουλῆκι τῆς γῆς καὶ σὰν τρυγιὰ (κατακάθι ἀπὸ σταφύλι), θέλησε γιὰ τὴν ἀγάπη τὴν δική σου νὰ καταφρονηθῆ, νὰ ἐμπαιχθῆ, νὰ σταυρωθῆ ἀπὸ τὴν κακία καὶ τὴν παρανομία τοῦ κόσμου!

Ὅτι εἶναι ὁ Θεὸς ἐκεῖνος στὰ χέρια τοῦ Ὁποίου βρίσκεται ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος ὅλου τοῦ κόσμου. Καὶ ὅτι ἐσὺ ποὺ πρόκειται νὰ τὸν μεταλάβης εἶσαι ἀντίθετα ἕνα μηδὲν καὶ ἐξ αἰτίας τῆς κακίας σου ἔγινες χειρότερος καὶ ἀπὸ τὸ μηδὲν καὶ ἀπὸ κάθε τιποτένιο καὶ ἀκάθαρτο κτίσμα, ἄξιος μόνον νὰ καταντροπιάζεσαι καὶ νὰ ἐμπαίζεσαι ἀπὸ τοὺς σκοτεινοὺς δαίμονες! καὶ ὅτι ἐσὺ ἀντὶ νὰ τὸν εὐχαριστήσῃς γιὰ τὶς τόσες ἀναρίθμητες εὐεργεσίες του, καταφρόνησες μὲ τὶς φαντασίες καὶ τὶς ὀρέξεις σου ἕνα τόσο Ὕψιστο καὶ ἀθάνατο Κύριο καὶ καταφρόνησες τὸ πολύτιμα Αἷμα του!

Ὅμως ἐκεῖνος παρ᾿ ὅλα αὐτά, ἐξ αἰτίας τῆς παντοτινῆς του ἀγάπης καὶ τῆς ἀμετάβλητης ἀγαθότητάς του σὲ προσκαλεῖ στὸ θεϊκό του Τραπέζι.
 Καὶ μερικὲς φορὲς σὲ βιάζει νὰ πᾶς, ἀπειλώντας σε μὲ θάνατο λέγοντάς σου: «Ἂν δὲν φᾶτε τὴν σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πιεῖτε τὸ Αἷμα του, δὲν ἔχετε μέσα σας ζωή» (Ἰω. 6,53). Καὶ οὔτε σοῦ κλείνει τὴν πόρτα τῆς εὐσπλαγχνίας του, οὔτε σοῦ γυρίζει τὶς θεϊκές του πλάτες, ἂν καὶ σὺ ἀπὸ τὴν φύσι σου εἶσαι γεμάτος ἀπὸ τὴν λέπρα τῆς ἁμαρτίας, χωλός, ὑδρωπικός, τυφλός, δαιμονισμένος καὶ ὑποδουλωμένος στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας!

Αὐτὸ μόνον ζητεῖ ἀπὸ ἐσένα: α´) νὰ πονέσῃ ἡ καρδιά σου γιὰ τὴν λύπη ποὺ τοῦ προξένησες, β´) νὰ μισήσῃς περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο τὴν ἁμαρτία, μικρὴ καὶ μεγάλη, γ´) νὰ προσφέρῃς ὅλο σου τὸν ἑαυτὸ σὲ αὐτὸν καὶ νὰ δοθῇς μὲ διάθεσι καὶ καρδιακὴ ἀγάπη πάντοτε καὶ γιὰ κάθε πρᾶγμα στὸ θέλημά του καὶ στὴν ὑποταγή του, δ´) νὰ ἐλπίζῃς καὶ νὰ ἔχῃς σταθερὴ πίστι ὅτι αὐτὸς θὰ σὲ συγχωρέσῃ, θὰ σὲ καθαρίσῃ καὶ θὰ σὲ φυλάξῃ ἀπὸ ὅλους σου τοὺς ἐχθρούς.


Καὶ ἀφοῦ στερεωθῇς ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀνέκφραστη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, θὰ πλησιάσης στὴν Ἁγία Κοινωνία μὲ ἕναν ἅγιο φόβο καὶ ἕνα φόβο ποὺ προκαλεῖ ἀγάπη λέγοντας: «Ἐγώ, Κύριέ μου, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ ὑποδεχθῶ, διότι τόσες καὶ τόσες φορὲς σὲ λύπησα καὶ ἀκόμη δὲν ἔκλαψα ὅπως ἔπρεπε ποὺ σὲ λύπησα. Ἐγώ, Κύριέ μου, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ ὑποδεχθῶ, διότι ἀκόμη δὲν παραδόθηκα εἰλικρινὰ στὴν ἀγάπη σου, στὴν θέλησί σου, στὴν ὑποταγή σου. Ὦ Θεέ μου, Παντοδύναμε καὶ ἀπείρως ἀγαθέ, ἐσὺ μόνος μὲ τὴν δύναμι τῆς ἀγαθότητός σου ἀξίωσέ με νὰ σὲ ὑποδεχθῶ μὲ αὐτὴν τὴν πίστι».


Καὶ ἀφοῦ μεταλάβης, κλείσου ἀμέσως στὰ ἀπόκρυφα τῆς καρδιᾶς σου καὶ λησμονώντας κάθε κτιστὸ πρᾶγμα, μίλησε μὲ τὸν Θεό σου μὲ αὐτὸν ἢ μὲ παρόμοιο τρόπο: «Ὦ Ὕψιστε Βασιλιὰ τοῦ οὐρανοῦ, τί σὲ ἔφερε στὴν καρδιά μου, σὲ μένα ποὺ εἶμαι ἄθλιος, φτωχός, τυφλὸς καὶ γυμνός;».

Καὶ αὐτὸς θὰ σοῦ ἀπαντήσῃ: «Ἡ ἀγάπη».
Καὶ σὺ πάλι πές: «Ὦ ἀγάπη ἄκτιστη! Ὦ ἀγάπη γλυκειά! Τί θέλεις ἐσὺ ἀπὸ ἐμένα;». Καὶ αὐτὸς θὰ σοῦ πῇ ὅτι δὲν θέλει τίποτε δὲν θέλω τίποτε ἄλλο παρὰ ἀγάπη λέγοντας: «Δὲν θέλῳ νὰ ἀνάψῃ ἄλλη φωτιὰ στὸ θυσιαστήριο τῆς καρδιᾶς σου καὶ σὲ ὅλα τὰ ἔργα σου, παρὰ μόνον ἡ φωτιὰ τῆς ἀγάπης μου, γιὰ νὰ κατακάψη κάθε ἄλλη ἀγάπη καὶ κάθε προσωπικό σου θέλημα καὶ νὰ μοῦ τὸ παραδώσῃ ὡς ὀσμὴ εὐωδίας.
 Αὐτὸ ζήτησα καὶ ζητῶ πάντοτε ἀπὸ σένα. Διότι ἐπιθυμῶ νὰ εἶναι ὅλος δικός σου καὶ σὺ ὅλος δικός μου, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο δὲν θὰ γίνῃ ποτέ, ἂν δὲν ὑποτάξης τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ μένεις προσκολημμένος στὴν ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ σου, στὴν δική σου τὴν γνώμη καὶ σὲ κάθε ἐπιθυμία σου καὶ τιμὴ τοῦ κόσμου (φιλοτιμία).
Σοῦ ζητῶ τὸ μῖσος τοῦ ἑαυτοῦ σου γιὰ νὰ σοῦ παραδώσω τὴν ἀγάπη μου. Ζητῶ τὴν καρδιά σου γιὰ νὰ ἑνωθῆ μὲ τὴν δική μου, ποὺ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ μοῦ ἀνοίχθηκε μὲ τὴν λόγχη πάνω στὸ σταυρό. Καὶ ζητῶ ὁλόκληρον ἐσένα γιὰ νὰ εἶμαι ὁλόκληρος δικός σου.
Ἐσὺ βλέπῃς ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἀσύγκριτης τιμῆς, καὶ ὅμως γίνομαι τόσο, ὅσο ἀξίζεις ἐσύ. Ἀγόρασέ με λοιπόν, ὦ ψυχή μου ἀγαπημένη, μὲ τὸ νὰ δοθῇς σὲ μένα. Ἐγὼ θέλω, πολὺ ἀγαπητό μου παιδί, νὰ μὴν θέλῃς τίποτε, νὰ μὴν ἀκοῦς τίποτε, νὰ μὴν βλέπῃς τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ ἐμένα καὶ τὸ θέλημά μου, γιὰ νὰ θέλω κι ἐγὼ κάθε πρᾶγμα γιὰ σένα, νὰ σκέπτωμαι γιὰ σένα, νὰ σοῦ ὑπακούω, καὶ νὰ βλέπω σὲ σένα, ὥστε τὸ δικό σου μηδὲν ἀφοῦ περιέλθει στὴν ἄβυσσο τῆς ἀπειρίας μου νὰ μεταβάλλεται σ᾿ ἐκείνην, κι ἔτσι θὰ εἶσαι σὲ μένα γεμάτος ἀπὸ περιεχόμενο (δὲν θὰ αἰσθάνεσαι κενός) πάρα πολὺ εὐτυχισμένος καὶ μακάριος, καὶ ἐγὼ ἀπὸ σένα πολὺ ἱκανοποιημένος καὶ εὐχαριστημένος».

Φρόντισε νὰ αὐξήσῃς καὶ νὰ περισσέψη στὴν ψυχή σου καθημερινὰ ἡ πίστις σὲ αὐτὸ τὸ Πανάγιο Μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας καὶ μὴ σταματήσῃς ποτὲ νὰ θαυμάζῃς αὐτὸ τὸ τόσο ἀκατάληπτο Μυστήριο καὶ νὰ χαίρεσαι σκεπτόμενος πῶς φαίνεται ὁ Θεὸς κάτω ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ ταπεινὰ εἴδη τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου, γιὰ νὰ σὲ κάνῃ ἁγιώτερο, ἀξιώτερο καὶ εὐτυχέστερο. Διότι μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν βλέπουν, ἀλλὰ πιστεύουν, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου: «Μακάριοι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶδαν καὶ πίστεψαν» (Ἰω. 20,29).

Μὴν ἐπιθυμῇς νὰ σοῦ ἐμφανίζεται ὁ Θεὸς στὴ ζωὴ αὐτὴ κάτω ἀπὸ ἄλλου εἴδους ἐμφανίσεις, παρὰ αὐτῆς τῶν Μυστηρίων. Προσπάθησε νὰ θερμάνης τὴν θέλησί σου στὸ Μυστήριο αὐτὸ καὶ καθημερινὰ νὰ εἶσαι περισσότερο πρόθυμος στὸ νὰ ἐκτελῇς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ ὅλα τὰ πράγματα. Καὶ πάντοτε, ὅταν προσφέρεσαι μὲ τὸ Μυστήριο αὐτὸ στὸν Θεό, δηλαδὴ ὅταν μεταλαμβάνῃς, πρέπει νὰ εἶσαι διατεθειμένος καὶ προετοιμασμένος νὰ πάθης γιὰ τὴν ἀγάπη του ὅλα τὰ βάσανα καὶ ὅλες τὶς θλίψεις καὶ τὶς περιφρονήσεις ποὺ θὰ σοῦ τύχουν καὶ κάθε σωματικὴ ἀσθένεια (97).

Τελευταῖα θὰ προσφέρῃς στὸν οὐράνιο Πατέρα τὸν Υἱό του, πρῶτα γιὰ εὐχαρίστησί του καὶ κατόπιν γιὰ τὶς ἀνάγκες σου, γιὰ ὅλη τὴν ἁγία Ἐκκλησία, γιὰ ὅλους τοὺς συγγενεῖς σου, γιὰ ὅλους ἐκείνους στοὺς ὁποίους εἶσαι χρεώστης καὶ γιὰ τὶς ψυχὲς ἐκείνων ποὺ ἔχουν ἀναπαυθῆ ἐν πίστει. Καὶ αὐτὴ τὴν προσφορὰ θὰ τὴν κάνῃς εἰς ἀνάμνησι καὶ ἕνωσι ἐκείνης τῆς ἴδιας προσφορᾶς, μὲ τὴν ὁποία ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ πρόσφερε τὸν ἑαυτό του, δηλαδή, ὅταν αὐτὸς ὅλος γεμάτος ἀπὸ αἵματα καὶ κρεμασμένος πάνω στὸ σταυρό, προσφέρθηκε στὸν Πατέρα. Καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν μπορεῖς νὰ τοῦ προσφέρῃς ὅλες τὶς θυσίες, δηλαδή, ἱερουργίες καὶ προσευχές, ὅσες γίνονται τὴν ἡμέρα ἐκείνη στὴν ἁγία Ἐκκλησία.


______________________________________________________________________________



97.
Ὁ Μέγας Βασίλειος σημειώνει καὶ ἕνα ἄλλο χρέος ποὺ ἔχουν αὐτοὶ ποὺ μεταλαμβάνουν. Διότι ὅσοι μεταλαμβάνουν καταγγέλλουν τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου μὲ τὴν Μετάληψι, ὅπως λέγει καὶ ὁ Παῦλος: «Ὅσες φορὲς τρώγετε τὸν ἄρτον αὐτὸ καὶ πίνετε αὐτὸ τὸ ποτήριο, καταγγέλλετε τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου» (Α´ Κορ. 26). Καὶ ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου ἔγινε γιὰ ὅλους ἐκείνους ποὺ μεταλαμβάνουν καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους γενικὰ σύμφωνα μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ λέγει: «Ἐὰν ἕνας πέθανε γιὰ ὅλους ἄρα ἀπέθαναν ὅλοι, καὶ πέθανε γιὰ ὅλους» (Β´ Κορ. 5,15). Λοιπὸν ὅσοι μεταλαμβάνουν ὀφείλουν νὰ δείχνουν, γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστι καὶ γιὰ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ὑπακοὴ μέχρι θανάτου καὶ νὰ μὴ ζοῦν πλέον στὸν κόσμο καὶ στὴν ἁμαρτία καὶ στὸν ἑαυτό τους ἀλλὰ μόνο στὸν Θεὸ ποὺ μεταλαμβάνουν, σὲ αὐτὸν ποὺ πέθανε γι᾿ αὐτοὺς καὶ ἀναστήθηκε, πάλι σύμφωνα μὲ τὸν Παῦλο, ποὺ λέγει: «Ὥστε ὅσοι ζοῦν, νὰ μὴ ζοῦν πλέον γιὰ τὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ γιὰ ἐκεῖνον ποὺ πέθανε γι᾿ αὐτοὺς καὶ ἀναστήθηκε» (Β´ Κορ. 5,15). Καὶ αὐτὸ λέγει ὁ ἅγιος ὅτι εἶναι δόγμα ποὺ ἔχει παραδοθῆ ἀπὸ τὸν Παῦλο. (Στὸν λόγο ὅτι «δεῖ τὸν ἀναγενηθέντα διὰ τοῦ βαπτίσματος τρέφεσθαι καὶ τὰ ἑξῆς)


nektarios.gr

 http://anavaseis.blogspot.gr/

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2012

Ο τρισμακάριστος καὶ πανσεβάσμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου





Ο τρισμακάριστος καὶ πανσεβάσμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου εἶναι γιὰ τό χριστιανό τό ἱστίο, λέγει ἡ ἁγία Συγκλητική, ποὺ μ' αὐτό μονάχα μποροῦμε νὰ περάσουμε τό πέλαγος τῆς ζωῆς: «τόν Σταυρόν ἀντὶ ἱστίου τανύσαντες, ἀδεῶς τόν πλοῦν ἐκτελέσωμεν». Πραγματικά, δίχως τό Σταυρό, ὁ χριστιανός δὲν θὰ 'χε τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει στὴ ζωή, ν' ἀγωνιστεῖ σκληρὰ μὲ τοὺς πειρασμοὺς καὶ τό σατανᾶ, καὶ νὰ νικήσει στό τέλος, ἔχοντας ὅπλον ἀκαταμάχητον τόν τίμιο Σταυρό. Γιατί δὲν εἶναι τό απλό ξύλο ἢ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ποὺ κάνει ἀδιάφορα ὁ ἄνθρωπος, μὰ ἡ μυστικὴ δύνα­μη ποὺ ἔρχεται ἀπό τὴ θυσία καὶ τό πανάγιον αἷμα τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἐκεῖνο ποὺ γιγαντώνει στόν ἀγῶνα τοῦ τό χριστιανό, ποὺ ἔχει σύμμαχο τό Σταυρό. Οἱ χριστιανοὶ προσκυνοῦμε τὸν τύπο τοῦ Σταυρο, γιατί «σημεῖον ἐστι μέγιστον καὶ τρόπαιον Χριστο κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ πάσης της ἀντικειμένης φάλαγγος, διὸ καὶ φρίττουσι καὶ φυγαδεύονται τοτον τυπούμενον ὁρῶντες», καθὼς σημειώνει ὁ ἃγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Καὶ τὸν τιμομε καὶ τὸν δοξάζουμε τώρα, γιὰ νὰ ἔχουμε παρρησία νὰ τὸν κοιτομε τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως, ὅπου θὰ παρευρίσκεται ντυμένος μὲ πολλὴ δόξα. Μὲ τὸ Σταυρὸ ποὺ προσκυνομε, ἀποκτομε «κοινωνίαν τῶν παθημάτων τοῦ Χριστο». Καὶ δὲν καυχιόμαστε γιὰ τίποτε ἄλλο, παρὰ γιὰ τὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστο. Γιὰ τὸν χριστιανὸ ὁ λό­γος τοῦ Σταυρο, εἶναι «Θεο δύναμις καὶ Θεο σοφία», ποὺ ζωοποιεῖ καὶ σῴζει. Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Σταυρο «ἡμῖν τοῖς σωζομένοις Θεο δύναμις καί Θεο σοφία», πρέπει νὰ εἶναι ζυ­μωμένος μὲ τὴ συσταύρωσή μας μὲ τὸ Χριστό. Καὶ αὐτή ἡ συσταύρωση ἔχει τὴ ρίζα της στὸ λόγο τοῦ Χριστο, ποῦ μας διασώ­ζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς: «Εἰ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι, ἀπαρνησάσθω ἐαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτο καθ' ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Λουκ. θ' 23). Μπορεῖ νὰ προσέξει κανεὶς ἰδιαίτερα, καὶ ἐξωτερικὰ ἀκόμη, τὶς φράσεις: «εἰ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι»—ἐνεστώς χρόνος, ποὺ δείχνει μὲ τὸ ἀπαρέμφατο του τὴν ἀσταμάτητη, τὴν αἰώνια πορεία τοῦ χριστιανοῦ κοντὰ στὸ Χριστὸ—καὶ «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτο καθ' ἡμέραν —ὂχι, μιὰ φορά μονάχα—καὶ ἀκολουθείτω μοι». Γιατί, πνευματικά, ὁ Χρι­στὸς δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ σταυρώνεται γιὰ τὸν καθένα μας, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος: «δι' ἡμᾶς ἀεί τοτο ποιεῖ καὶ πάσχει, ὡς πάντα γινόμενος ἵνα σώση τοὺς πάντας». Ἑπομένως καὶ ἡ δική μας συσταύρωση πρέπει νὰ εἶναι παντοτινή, καὶ νὰ μὴ θέλουμε κ' ἐμεῖς νὰ ξέρουμε τίποτ' ἄλλο, παρὰ μονάχα «Ἰησον Χριστὸν καὶ τοτον ἐσταυρωμένον» (Α' Κορ. β' 2). Κι αὐτὸ θὰ πεῖ, νὰ βρίσκεσαι νοερῶς καὶ μὲ τὴν ἠθικὴ πράξη, ποὺ θὰ σοῦ ἐξασφαλίζει μιὰ «παγκαθαρότητα» τῶν σωματικῶν σου αἰσθήσεων, μπρὸς στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστο, πάνω στὸ Γολγοθά. Νὰ βλέπεις τὸ Πανάγιο σῶμα του πάνω στὸ Σταυρὸ καὶ νὰ συλλογίζεσαι: πόσα ἔπαθε ὁ Χριστός μου γιὰ μένα, καὶ πόσα παραλείπω ἐγὼ νὰ κάνω γιὰ τὴ σωτηρία μου. Νὰ βλέπεις τὴ λογχισμένη καρδιά του, ποὺ κράζει πρὸς τὸν Πατέρα του «Πάτερ, ἅφες αὐτοῖς» (Λουκ. κγ' 34), καὶ νὰ συγχωρεῖς καὶ σὺ ὅσους σοῦ ἔφταιξαν ἢ σ' ἔκαναν νὰ πονέσεις. Νὰ βλέπεις τὶς τα­πεινώσεις ποὺ ὑπέφερε γιὰ σένα, καὶ νὰ παίρνεις κουράγιο, ὅταν βρίσκεσαι ἀνάμεσα σὲ σύγχρονους φαρισαίους καὶ Ἰουδαίους, ποὺ χλευάζουν καὶ κοροϊδεύουν καὶ εἰρωνεύονται —οἱ ταλαίπωροι!— ὅσους θέλουν κι ἀγωνίζονται νὰ ζήσουν κατὰ Χριστόν. Νὰ βλέπεις τὸν τεράστιο Σταυρό του καὶ τότε νὰ αἰσθάνεσαι τὸν δικό σου σταυρὸ ἐλαφρότατο. Γράφει γι' αὐτὸ κάπου ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «ἀπό βιβλία εἶναι γεμάτος ὅλος ὁ κόσμος, μά μέ ὅλον τοῦτο, δὲν ἠμποροῦν ὅλα ὁμοῦ τὰ βιβλία τόσον ἐντελῶς νὰ σοῦ ἑρμηνεύσουν τὸν τρόπο γιὰ νὰ ἀπόκτησης τᾶς ἀρετάς, καθὼς σοῦ τὸν ἑρμηνεύει ὁ ἐσταυρωμένος Ἰησοῦς. Εἰς τοῦτον τὸν ἐσταυρω­μένον σὲ συμβουλεύω, τέκνον μου, νὰ προστρέχῃς καὶ νὰ τὸν κατα-φιλῆς μὲ δάκρυα καὶ νὰ τὸν ἀγκαλίζεσαι θερμῶς, κάθε φοράν ὀποῦ δαγκασθῆς καὶ φαρμακωθῆς ἀπό τὰ νοητὰ φίδια τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἐξ ἀνθρώπων πειρασμῶν καὶ βέβαια θέλεις ἱατρευθῆ ἀπό τᾶς πληγᾶς σου καθὼς καὶ οἱ Ἑβραῖοι ποτὲ εἰς τὴν ἔρημον ἱατρεύοντο ἀπό τὰ δαγκάματα τῶν αἰσθητῶν ὅφεων, εὐθὺς μόνον ὁποῦ ἔβλεπαν εἰς τὸν χάλκινον ὅφιν, τὸν ἐπὶ ξύλου κρεμάμενον, ὅστις ἦτο ἀντίτυπος τύπος τοῦ Κυρίου μας, ὡς αὐτὸς ἔλεγε: «Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὓψωσε τὸν ὅφιν ἐν τῆ ἐρήμω, οὓτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾷς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ιωαν. γ' 14).
Ἴσως πρέπει νὰ διευκρινίσουμε κάπως τὴ φράση ποὺ λέγει, πὼς ὁ χάλκινος ὅφις,ἦταν ἀντίτυπος τύπος τοῦ Κυρίου μας, δηλ. ἀντίθετος τοῦ Χριστο. Ἡ ἐμβάθυνση στὸ νόημα ποὺ κρύ­βει αὐτή ἡ σκηνὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀνήκει στὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο. Ὁ ἀντίτυπος τύπος, φυσικά, εἶναι ὁ νοητὸς ὅφις, ὁ Διάβολος. Πῶς, ὅμως, μπορεῖ νὰ γιατρεύει καὶ νὰ σῴζει, ὅσους τὸν κοιτον κατάματα; Καὶ ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, πὼς γιατρεύει ἐκείνους ποὺ πιστεύουν ὅτι ὁ Διάβολος (ὁ νοητὸς ὅφις) δὲν ζεῖ πιά, ἀλλὰ νεκρώθηκε ἀπ' τὸν σταυρωθέντα Χριστό, καὶ ὅτι μαζί του νεκρώθηκαν κι ὅλοι οἳ ὑποκείμενοι σ' αὐτὸν Δαίμονες: «ὁ δὲ χαλκος ὅφις, κρεμᾶται μὲν κατὰ τῶν δακνόντων ὅφεων, οὐχὶ ὡς τύπος δὲ τοῦ παθόντος, ἀλλ' ὡς ἀντίτυπος καὶ σῴζει τοὺς εἰς αὐ­τὸν ὁρώντας, οὒχ ὅτι ζῇ πιστευόμενος, ἀλλ' ὅτι νενέκρωται, καὶ συννεκροῖ τᾶς ὑπ' αὐτῶ δυνάμεις, καταλυθείς ὥσπερ ἣν ἄξιος».
Ἡ ἔκφραση ποὺ συνηθίζουμε, ὅταν μιλοῦμε γιὰ τὸν τίμιο Σταυρὸ εἶναι, πὼς πρέπει νὰ σηκώνει μὲ ὑπομονὴ ὁ καθένας μας τὸ σταυρό του, «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτο». Ποιὸς ὅμως εἶναι θεολογικὰ ὁ σταυρὸς γιὰ τὸν κάθε χριστιανό; Ἡ ἀπάντηση ποὺ δίνουν οἱ Πατέρες σ' αὐτὴ τὴν ἐρώτηση εἶναι ἡ ἀκόλουθη. Τὰ εἴδη τῶν σταυρῶν εἶναι τέσσερα: α) σταυρὸς γνώσεως, β) σταυρὸς οἰκονομίας, γ) σταυρὸς πολιτείας καὶ δ) σταυρὸς πάθους.
Ὁ σταυρὸς τῆς γνώσεως εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ φανερώνει ὅλα ὅσα μποροῦμε νὰ μάθουμε περὶ Θεοῦ ἀπ' τὸ λόγο τοῦ Σταυροῦ. Ἐκεῖ θὰ γνωρίσουμε πώς, ὅ,τι δὲν μπόρεσε νὰ κάμει ἡ δύναμη καὶ ἡ σοφία τῶν ἀνθρώπων, τὸ ἔκαμε ὁ Σταυρός καὶ ἔτσι σώθηκε ὁ ἄνθρωπος. Καὶ θὰ ἐξισχύσουμε «καταλαβέσθαι σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις, τί τὸ πλάτος καὶ μῆκος καὶ βάθος καὶ ὓψος». Δηλαδή, θὰ ἰδοῦμε στὶς διαστάσεις τοῦ Σταυροῦ, τὸ ὓψος τῆς σοφίας καὶ τὸν βυθὸν τῆς γνώσεως —τὸ πάνω καὶ κάτω μέρος τοῦ σταυροῦ— καὶ τὸ πλάτος τῆς ἀγάπης καὶ τὸ μῆκος τῆς δυνάμεως —τὰ δυὸ πλάγια ἄκρα.
Ὁ τρίτος σταυρὸς εἶναι ὁ σταυρὸς τῆς «πολιτείας», δηλ. τὸ νὰ κόψεις τὰ σαρκικά σου θελήματα, ὅπως λέγει ὁ Απ. Παῦλος: «νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακὴν καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι' ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπί τούς υἱοὺς τῆς ἀπείθειας». Τέταρτος σταυρὸς εἶναι ἡ σωματική μας σταύρωση, τὴν ὁποία πρέπει νὰ εἴμαστε προετοιμασμένοι νὰ δεχτοῦμε, ἂν ἔρθει κάποτε κι αὐτὴ ἡ ὤρα, νὰ μαρτυρήσουμε δήλ. γιὰ τὴν πίστη μας, τὴ θερμὴ πίστη στὸν λυτρωτή μας, στὸν ἐσταυρωμένο Χριστό, στὸν οὐράνιο, νυμφίο τῆς πονεμένης ψυχῇς μας.
Ἄν, λοιπόν, κ' ἐμεῖς σταυρώνουμε τὴ σάρκα μας καὶ νεκρώ­νουμε τὰ πάθη καὶ τὶς κακές μας ἐπιθυμίες, κι ἂν ὑπομένουμε μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία κάθε θλίψη καὶ κάθε κακοπάθεια, ὁ Χριστὸς θά'ρθεῖ ν' ἀναπαυθεῖ ἐπάνω μας, ὅπως ἀναπαύτηκε πάνω στὸν Τίμιο Σταυρό. Πουθενὰ δὲν ἀνα­παύεται ὁ Θεὸς τόσο, ὅσο στὴ θλιμμένη καρδιά, στὴν πονεμένη καὶ βουτηγμένη μέσα στὰ δάκρυα καὶ στὴν κακοπάθεια, ἀλλὰ ποὺ βα­στάει μὲ ὑπομονὴ τὸ σταυρό της.
«ΕΡΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»
Π. Β. ΠΑΣΧΟΥ


από το περιοδικό πηγη ζωής

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012

Ορθόδοξοι Πατέρες και Εκκλησιαστικοί συγγραφείς μιλούν για το Γενέθλιο της Θεοτόκου.


07ΣΕΠ
                                                     πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.
Στο Γενέσιο της Θεοτόκου όλη η Εκκλησία εξέφρασε τις εμπειρίες της για το μεγάλο αυτό γεγονός, που προμνηστεύεται την αιώνια σωτηρία του κόσμου.
Με την γέννησή της η Θεοτόκος ενώθηκε και συνδέθηκε στενά, σύμφωνα με την φυσική τάξη, με ολόκληρη την ανθρωπότητα με όλους εμάς τους απογόνους του Αδάμ και της Εύας. Το ότι κατόρθωσε να φθάσει στην ηθική τελειότητα και αγιότητα, αυτό της  χαρίζει
την πρώτη θέση ανάμεσα στους γηγενείς και την αποδεικνύει πραγματική Οδηγήτρια της ανθρωπότητας στο δρόμο της χριστιανικής τελειότητας.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας και εκκλησιαστικοί συγγραφείς  τοποθετούν την Παναγία στο κέντρο της Ορθόδοξης ευσέβειας και θεολογούν τονίζοντας την χριστολογική σημασία της Θεοτόκου.
Λόγους στην μεγάλη εορτή της Γέννησης της Θεοτόκου έγραψαν οι:
Ανδρέας Κρήτης (τέσσερις), Ιωάννης ο Δαμασκηνός (δύο), Φώτιος Πατριάρχης Κων/πόλεως, Νικόλαος  Καβάσιλας, Γεώργιος Νικομηδείας, Ισίδωρος Θεσσαλονίκης,Θεόδωρος Στουδίτης,Γρηγόριος Παλαμάς,Ηλίας Μηνιάτης, Συμεών Λογοθέτης, Ιάκωβος Μοναχός, ο αυτοκράτορας Λέων ο Σοφός κ.α. ενώ μια ομιλία για το Γενέσιο, που έχει ως αρχή την φράση « Φαιδρά σήμερον ημίν ημέρα…» αποδίδεται στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Όλοι αυτοί, με βάση την διήγηση του ¨Πρωτευαγγελίου του Ιακώβου » ,εξαίρουν την σημασία του Γενεσίου της Θεοτόκου και την συμβολή του στην σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Επίσης στις ομιλίες οι συντελεστές της χαράς Θεοπάτορες Ιωακείμ και Άννα δέχονται πολλά εγκώμια σαν γονείς της Θεόπαιδος  Μαρίας. Έτσι το θεόλεκτον ζεύγος του Ιωακείμ και της Άννας αποσπά πολλούς μακαρισμούς από την πατερική γραφίδα και επαινείται για την μεγάλη ευλογία που είχε να φέρει στον κόσμο την Μητέρα του Λυτρωτή. Τέλος εγκώμια δέχεται και η νεογέννητη Παρθένος για τα γενέθλιά της και παρουσιάζεται σε σμικρογραφία και η συμβολή της στο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων.
Τα πιο βασικά θέματα του Γενεσίου στην εκκλησιαστική γραμματεία αναπτύσσονται στην συνέχεια.
To Γενέσιο είναι αρχή, μέσον και τέλος όλων των εορτών.
Αρχή των Θεομητορικών εορτών αποτελεί βέβαια η παρούσα πανήγυρη, αλλά είναι η πρώτη ανάμεσα στις εορτές του Μωσαϊκού Νόμου και στις σκιές της Π. Διαθήκης. Παράλληλα όμως είναι και είσοδος στις εορτές της χάριτος και της αλήθειας, δηλαδή της χριστιανικής εποχής. Είναι επίσης η εορτή αυτή και μεσαία και τελευταία, έχοντας αρχή της το τέλος της εποχής του Νόμου, μέσον της την ένωση των άκρων και τέλος της τη φανέρωση της αλήθειας. Γι’ αυτό, τέλος του Νόμου είναι ο Χριστός, όχι τόσο ξεμακραίνοντάς μας από την ξηρή τυπικότητα του γράμματος ,όσο με το να  μας φέρει κοντά στο πνεύμα της διδαχής του. Αυτό είναι η τελειότητα, κατά την οποία, αυτός ο ίδιος ο νομοθέτης Χριστός ολοκληρώνοντας όλον τον Νόμο, μετέτρεψε την τυπικότητα σε πνεύμα, ανακεφαλαιώνοντας με τη ζωή του τα πάντα ο ίδιος στον εαυτό του και τακτοποιώντας τη διαφορά ανάμεσα στον Νόμο και στην χάρη.(Ανδρέας Κρήτης –Λόγος Α pg 97,805)

Η εορτή του Γενεσίου αποτελεί ημέρα χαράς (Ηλίας Μηνιάτης)
(Διατηρείται η γλώσσα και ο τονισμός του κειμένου)
«Παρθενικὴ Πανήγυρις, Παρθένοι πανηγυρίσατε. Θεομητορικὴ δόξα, Μητέρες δοξάσατε. Πατροθεόγονος εὐφροσύνη, γονεῖς καὶ πατέρες εὐφράνθητε, παγκόσμιος χαρά, πάντα τὰ ἐν Κόσμῳ συγχάρητε. Ἐσεῖς τὰ τῆς Οὐρανίου Ἱεραρχίας ἀγλαοπυρσόμορφα τάγματα. Ἐσεῖς εὐηχέστατα ἀηδόνια τοῦ Παραδείσου, σήμερον μὲ ἀκαταπαύστους φωνάς, τὴν Γέννησιν τῆς Παρθένου ὑμνήσατε. Ἀνίσως καὶ ὅταν ἐγεννήθη ἡ Παλλὰς Θεὰ τῆς σοφίας ἀπὸ τὴν κεφαλὴν τοῦ Διός (λέγουσιν οἱ μύθοι) νὰ ἐκατέβη ἀπὸ τοὺς Οὐρανούς, εἰς εἶδος βροχῆς, πολὺ πλῆθος χρυσίου. Τώρα, ὁποὺ γεννᾶται, ὄχι ἀπὸ τὸ ξεσκισμένο κεφάλι ἑνὸς ψευματινοῦ Θεοῦ, μὰ ἀπὸ τὸν Θεῖον καὶ ἄπειρον νοῦν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας, ἡ Πάναγνος Μαριάμ, ἡ τοῦ Θείου Λόγου ἄχραντος Μήτηρ, καὶ τῆς αὐτοσοφίας ζῶσα πηγή, τώρα λέγω σταλάξετε χρυσοῤῥόους ὄμβρους εὐγλωττίας, ὦ Οὐρανοί, καὶ μετατρέποντας εἰς τόσας ἐμπυρίνους γλώσσας, τοὺς λαμπρούς σας ἀστέρας, ἐγκωμιάσετε τὴν νεογεννηθεῖσαν Βασίλισσαν.
Χαίρου τώρα καὶ ἐσὺ ἁγιώτατον ζεῦγος Θεοπάτορ Ἰωακεὶμ καὶ Θεομῆτορ Ἄννα. Δὲν εἶναι πάντα ἡ αὐτὴ ὄψις τοῦ Οὐρανοῦ. Τώρα, σκεπάζει, μὲ σκοτεινότατα νέφη τὸ γαληνόμορφον πρόσωπον, καὶ τώρα πάλιν φαίνεται χρυσανθής, καὶ λαμπρός. Πολλὴ κατὰ ἀλήθειαν ἦτον ἡ θλίψις σας, πολλὴ καὶ μεγάλη ἡ ἐντροπή σας πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Μά, τέλος πάντων, ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ δικαίους καὶ ὦτα αὐτοῦ εἰς δέησιν αὐτῶν (Ψαλμ. 33). Εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σας. Νάτε εἰς πόσην χαράν, καὶ τιμὴν ἀνυψώθητε σήμερον. Χαρὰν μέν, ὅτι σᾶς ἐγεννήθη μία Θυγατέρα, ὁποὺ μέλλει νὰ γενῇ δοχεῖον τῆς Θεότητος καὶ θρόνος ἡλιοστάλακτος τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης. Τιμὴν δέ, ὅτι ἀξιωθήκετε νὰ λάβετε συγγένειαν μὲ τὸν ἴδιον Θεόν. Καὶ ὅπου πρῶτα ἦσθε ἀναισχυντισμένοι ὡς ἀγενεῖς καὶ ἄτεκνοι, τώρα ὅλοι σᾶς προσκυνοῦσι, καὶ σέβονται, ὡσὰν γονεῖς μιᾶς Θεομήτορος καὶ πανάγνου Παρθένου Θυγατρός..»
 
Το Γενέσιο είναι εορτή λυτρωτική 

1.Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Ελάτε όλα τα έθνη, κάθε ανθρώπινη γενιά, και κάθε γλώσσα, και κάθε ηλικία, και κάθε αξίωμα, να γιορτάσουμε με αγαλλίαση τη γέννηση της χαράς όλου του κόσμου. Γιατί αν οι ειδωλολάτρες τιμούσαν με κάθε τρόπο γεννήσεις θεών, με παραμύθια που παίρνουν το μυαλό και σκοτεινιάζουν την αλήθεια, κι αν ακόμα προσφέροντας ό,τι είχαν και δεν είχαν τιμούσαν γενέθλια βασιλιάδων, που τους τυραννούσαν σ’ όλη τους τη ζωή, πόσο περισσότερο πρέπει εμείς να τιμούμε τη γέννηση της Θεοτόκου, που μεταμόρφωσε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, που άλλαξε τη λύπη της πρώτης μας μάνας, της Εύας, σε χαρά; Εκείνη άκουσε την απόφαση του Θεού: «Με πόνους να γεννάς τα παιδιά σου». Αυτή: «Χαρά σου, ολόχαρη». Εκείνη: «Στον άνδρα σου η υποταγή σου». Αυτή: «Ο Κύριος μαζί σου». Τι άλλο λοιπόν από λόγο να προσφέρουμε στη Μάνα του Λόγου; Όλη η κτίση ας γιορτάσει μαζί μας κι ας δοξολογήσει την αγιασμένη γέννηση της Παναγίας.
….. Σήμερα ανοίγονται οι πύλες της στειρώσεως, και παρουσιάζεται θεϊκή, παρθενική πύλη, που από μέσα της θα περάσει και θα μπει στην οικουμένη «σωματικά» ο Θεός, που βρίσκεται πέρα απ’ όλα τα όντα, όπως λέει ο Παύλος, ο ακροατής των ανέκφραστων μυστικών.
…Σήμερα από τη γήινη φύση έφτιαξε ουρανό πάνω στη γη, εκείνος που άλλοτε παλιά έπηξε μέσα από τα νερά το στερέωμα και το ανέβασε στα ύψη….. Το άναρχο φως, που έχει την προαιώνια ύπαρξή του από άναρχο φως, το άϋλο και ασώματο, παίρνει σώμα από γυναίκα και «σα νυμφίος βγαίνει από νυφική παστάδα», και, μ’ όλο που είναι Θεός, γίνεται έπειτα άνθρωπος της γης. Σα «γίγαντας» θα τρέξει με χαρά το δρόμο της δικής μας ζωής, και μέσα από τα πάθη θα προχωρήσει για να πεθάνει και να δέσει τον ισχυρό, το διάβολο, και να του αρπάξει την περιουσία, την ανθρώπινη φύση μας, και να ξαναφέρει στην ουράνια γη το χαμένο πρόβατο.
..Σήμερα χτίζεται η πύλη που κοιτάει στην Ανατολή, απ’ όπου ο Χριστός «θα μπει και θα βγει», αφήνοντάς την κλεισμένη· στην πύλη αυτή ο Χριστός είναι «η πόρτα των προβάτων». «Ανατολή» είναι το όνομα Εκείνου, που μας οδήγησε κοντά στον αρχίφωτο Πατέρα.
Σήμερα φύσηξαν χαράς πνοές, προμηνύματα της Χαράς όλου του κόσμου. Ας χαμογελάει πάνω ο ουρανός, κι ας πηδάει απ’ τη χαρά της κάτω η γη, ας πάλλεται η θάλασσα του κόσμου. Μέσα της γεννιέται το στρείδι, που με την αστραπή του Θεού απ’ τα ουράνια θα συλλάβει στα σπλάχνα του, και θα γεννήσει το πολύτιμο μαργαριτάρι, το Χριστό. Απ’ αυτό το στρείδι θα βγει ο «δοξασμένος βασιλιάς», ντυμένος την πορφύρα της σάρκας, που αφού επισκεφθεί τους αιχμαλώτους θα διακηρύξει την απελευθέρωσή τους. Ας πηδάει απ’ τη χαρά της η φύση· γεννιέται η προβατίνα, που απ’ αυτήν ο τσοπάνης θα ντύσει το πρόβατο, και θα ξεσχίσει το ρούχο της παλιάς θανατικής καταδίκης μας.
Ας χορεύουν οι παρθένες, αφού γεννήθηκε όπως είπε ο Ησαΐας παρθένος, που θα «συλλάβει στην κοιλιά της και θα γεννήσει γιο, που θα του δώσουν το όνομα Εμμανουήλ», που σημαίνει «ο Θεός είναι μαζί μας». «Ο Θεός είναι μαζί μας», μάθετέ το καλά Νεστόριοι κι αναγνωρίστε τον χαμό σας. «Είν’ ο Θεός μαζί μας»! Όχι άγγελος, όχι απεσταλμένος, αλλά ο ίδιος ο Κύριος θάρθει και θα μας σώσει.
….Σήμερα ο «γιος του μαραγκού», ο παντεχνίτης Λόγος του Θεού, που χάρη σ’ Αυτόν ο Πατέρας έφτιαξε τα πάντα, ο δυνατός βραχίονας του μεγάλου Θεού, έχοντας, με το Άγιο Πνεύμα σα δάχτυλό του, ακονίσει το στομωμένο σκεπάρνι της φύσεως, έφτιαξε για τον εαυτό του έμψυχη σκάλα, που η βάση της στηρίζεται πάνω στη γη και το κεφάλι της ακουμπάει στον ουρανό, που πάνω της αναπαύεται ο Θεός, που τον τύπο της αντίκρισε ο Ιακώβ. Απ’ αυτή αφού κατέβηκε, χωρίς να μετακινηθεί από τη θέση του ο Θεός, πιο σωστά αφού ταπεινώθηκε, «φανερώθηκε πάνω στη γη» και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους. Αυτά όλα λοιπόν σημαίνουν η κατάβαση, η συγκαταβατική ταπείνωση, η πολιτεία πάνω στη γη, την πιο βαθιά γνώση, που δόθηκε στους ανθρώπους της γης. Πάνω στη γη στηρίχθηκε η νοητή σκάλα, η Παρθένος· γιατί γεννήθηκε από τη γη· και η κεφαλή της φθάνει στον ουρανό. …. Σήμερα αρχίζει η σωτηρία του κόσμου. «Δοξολογήστε τον Κύριο όλη η γη, τραγουδήστε και χορέψτε και παίξτε τα όργανα»! Φωνάξτε δυνατά, φωνάξτε, μη φοβάστε, για χάρη μας γεννήθηκε η Μητέρα του Θεού στην άγια Προβατική Πύλη, απ’ όπου καταδέχθηκε να γεννηθεί ο Αμνός του Θεού που πήρε πάνω του την αμαρτία του κόσμου.

.Αγιος Νικόλαος Καβάσιλας.
«Σήμερα η γη έδωσε καθαρά τον καρπό της, ενώ όλο τον άλλο καιρό έδινε καρπούς γεμάτους από αγκάθια και τριβόλια, από την συγκομιδή αυτή που προερχόταν από την αμαρτία.
Σήμερα «όλοι οι άγγελοι του Θεού έψαλαν με φωνή κραταιά ύμνους  και εγκώμια στον Κύριό τους», τόσο περισσότερο από τότε που στόλιζε τον ουρανό με το στεφάνι των αστέρων, όσο Αυτή που ανατέλλει σήμερα είναι υψηλότερη και λαμπρότερη από κάθε αστέρι και για ολόκληρο τον κόσμο ωφελιμότερη.
Σήμερα η τυφλωμένη φύση των ανθρώπων έλαβε διεισδυτικό οφθαλμό, την Παρθένο, δια του οποίου έφθασε να δει  τα μεγαλεία αυτής εδώ της ημέρας ».
Και αιτιολογεί ως εξής τους παραπάνω χαρακτηρισμούς ο Καβάσιλας.
«Γιατί όπως μέσα σε ένα σώμα υπάρχουν πολλά μέρη και μέλη, κανένα όμως εκτός από το μάτι δεν έχει δημιουργηθεί για να βλέπει τον ήλιο, έτσι ,από όλους τους ανθρώπους που υπήρξαν ποτέ, μόνο στην Παρθένο δόθηκε απόλυτα το αληθινό Φώς  και δια μέσου Αυτής δόθηκε σε όλους.
Γιατί, όπως ακριβώς από όλα τα σώματα μόνο δια μέσου του αέρος βλέπουμε καθαρά τον ήλιο –επειδή ο αέρας δεν βάζει μαζί με το φως τίποτε το δικό του  μπροστά στα μάτια μας-κατά τον ίδιο τρόπο και Εκείνη τίποτε άλλο δεν είχε εκτός από καθαρότητα και από ό,τι ήταν κατεξοχήν συγγενικό προς το φως.
Γιατί η Παναγία «έρωτι Θεού και ρώμη λογισμού και γνώμης ευθύτητι και  φρονήματος μεγέθει » έτρεψε σε φυγή κάθε αμαρτία κι έστησε τρόπαιο νίκης τέτοιο, που δεν μπορεί με τίποτε να συγκριθεί. Και φανέρωσε τον άνθρωπο τέτοιον που αληθινά δημιουργήθηκε, φανέρωσε δε και τον Θεό, την άφατη σοφία και την απέραντη φιλανθρωπία Του. Έτσι Αυτόν που παρουσίασε  έπειτα, αφού Τον περιέβαλε με ανθρώπινο σώμα, αισθητό στα μάτια όλων, Τον αποτύπωσε και Τον εικόνισε προηγουμένως με τα έργα Της επάνω στον Εαυτό της.»
(Εις την υπερένδοξον της Υπεραγίας Θεοτόκου Γέννησιν)
Για ποιο λόγο γεννήθηκε η Θεοτόκος από γυναίκα στείρα;
Διερωτάται ο Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς «για ποιο λόγο η Θεοτόκος προήλθε από στείρες λαγόνες »και απαντά.
-Για να διαλύσει την λύπη και να αφαιρέσει την ντροπή των γονέων της.
-Για να προεικονίσει την διάλυση της λύπης και της κατάρας των προπατόρων του ανθρωπίνου γένους, που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί δι’ αυτής.
-Για να προετοιμασθεί το μέγα θαύμα (άσπορος σύλληψη του Χριστού) με το θαύμα και η φύση να αρχίσει να υποτάσσεται στη Χάρη.
-Για να μας διδάξει ότι προτιμήθηκαν από τους πολυτέκνους οι άτεκνοι για να κυοφορηθεί από τους πολυαρέτους η Πανάρετη.
-Για να είναι η Πρωτότοκος, που θα γεννούσε τον Πρωτότοκο.
-Για να βραβευτεί η αρετή, η ευσέβεια και προσευχή των γονέων.
-Για να τονιστεί η θαυμαστή γέννηση της Παρθένου με την ένωση ανδρός και γυναικός. Απλώς η Χάρις λύει την στειρότητα της Άννας. Αντίθετα η γέννηση του Χριστού δεν ήταν απλώς θαυμαστή ήταν και υπερφυσική( πάνω από τους νόμους της φύσεως )
-Για να γνωρίζουμε ότι η γέννησης της Θεοτόκου ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΣΠΙΛΟΣ ΚΑΙ ΑΣΠΟΡΟΣ.
Για το ίδιο θέμα ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός σημειώνει:
. Για ποιό λόγο όμως γεννήθηκε η Μητέρα και Παρθένος από γυναίκα στείρα; Γιατί έτσι έπρεπε, αυτό που είναι «το μοναδικά καινούργιο κάτω από τον ήλιο», η βάση και τ’ αποκορύφωμα των θαυμάτων, ν’ ανοίξει το δρόμο του με θαύματα και σιγά σιγά από τα πιο ταπεινά νάρθουν τα πιο μεγάλα. Υπάρχει όμως κι άλλος λόγος πιο υψηλός και πιο θεϊκός. Η φύση, νικημένη από τη χάρη, στεκόταν φοβισμένη· δεν είχε το θάρρος και τη δύναμη να προχωρήσει αυτή πρώτη. Όταν λοιπόν επρόκειτο να γεννηθεί η Θεοτόκος – Παρθένος από την Άννα, δεν τολμούσε η φύση να καρποφορήσει πριν από τη χάρη, αλλά έμενε άκαρπη, μέχρις ότου βλαστήσει η χάρη τον καρπό. Έτσι έπρεπε, να γεννηθεί πρωτότοκη εκείνη, που θα γεννούσε τον «πρωτότοκο όλης της δημιουργίας», που «όλα σ’ αυτόν χρωστούν την ύπαρξή τους». (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός)
Η εορτή του Γενεθλίου της Θεοτόκου αποτελεί

Α. Αρχή της πνευματικής ανάπλασης του ανθρώπου.
Ανδρέας Κρήτης
Το Γενέσιο είναι μια γενέθλια πανήγυρη και σαν υπόθεσή της έχει την πνευματική ανάπλαση του ανθρωπίνου γένους. Σήμερα γεννιέται μία κόρη, θηλάζεται και διαπλάθεται και ετοιμάζεται να γίνει μητέρα Θεού ,του βασιλέως των αιώνων. Και αυτό το πνευματικό πλήθος (που πανηγυρίζει) το συγκεντρώνει εδώ σήμερα ο Δαβίδ. Η νεογέννητη, σαν Θεομήτωρ μας προβάλλει εδώ τη θεόσδοτη γέννησή της. Αυτός πάλι, μας εκθέτει παράλληλα την ευτυχία του γένους του και τη νεοφανή συγγένεια του Θεού με τους ανθρώπους. Ω, πόσο υπέροχο θαύμα.(Λόγος Α PG 97,808).
———————-
Σήμερα αρχίζει η σωτηρία του κόσμου. «Δοξολογήστε τον Κύριο όλη η γη, τραγουδήστε και χορέψτε και παίξτε τα όργανα»! Φωνάξτε δυνατά, φωνάξτε, μη φοβάστε, για χάρη μας γεννήθηκε η Μητέρα του Θεού στην αγία Προβατική Πύλη, απ’ όπου καταδέχθηκε να γεννηθεί ο Αμνός του Θεού που πήρε πάνω του την αμαρτία του κόσμου.(Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός)

Β. Η Δεύτερη δημιουργία του κόσμου.
Σήμερα άρχισε να γίνεται η πνευματική αναμόρφωση του γένους μας, και ο γηραιός κόσμος παίρνοντας μια θεία ανασύσταση,γεύεται την αρχή της (δεύτερης και πνευματικής) θεοπλασίας του(δηλαδή αρχίζει να δοκιμάζει την αναδημιουργία του) –Ανδρέας Κρήτης –Λόγος Α΄, PG 97,808.
Γ. Η ανύψωση του ανθρώπου.
Σήμερα κτίστηκε ο κτιστός ναός του Κτίστου των πάντων, ο οποίος ετοιμάζεται με πρωτόγνωρο  τρόπο να γίνει το κατάλυμα στο οποίο θα αυλισθεί ο Κτίστης. Σήμερα η ανθρώπινη φύση, η οποία  με την αμαρτία είχε απονεκρωθεί σαν χώμα, αρχίζει να αισθάνεται τη θέωση και ο χοϊκός άνθρωπος σπεύδει να ανέλθει προς την ουράνια δόξα..
Η γέννηση της αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας έγινε αιτία πνευματικής αναγέννησης, ανάπλασης, καλλωπισμού και ανακαίνισης όλων.(Ανδρέας Κρήτης –Λόγος Α΄).
Εγκώμια προς την Θεοτόκο.

Ηλίας Μηνιάτης.
Γεννᾶται ἀπὸ τὴν λαμπρὰν Πύλην τῆς Ἀνατολῆς, βαμμένον μὲ κροκόκκινον χρῶμα τὸ πρόσωπον, ἡ ῥοδοδάκτυλος καὶ φωτοφόρος αὐγή, στολισμένη μὲ  ρόδα, καλλωπισμένη μὲ ἄνθη, καὶ περικεκοσμημένη μὲ κρίνους. Γεννᾶται καὶ τὴν σήμερον ἡμέραν ἀπὸ τήν μυστικὴν Ἀνατολὴν τὴν ἡγιασμένην κοιλίαν τῆς Θεομήτορος Ἄννης, ἡ πορφυρογέννητος Βασίλισσα τῶν άστέρων, ἡ Πάναγνος Κόρη, φέρνοντας εἰς τὸ πρόσωπον τὰ ῥόδα μιᾶς οὐρανικῆς καὶ ἀμωμήτου εὐμορφίας.
Πολλὰ καὶ διάφορα εἶναι τὰ ὀνόματα, μὲ τὰ ὁποῖα τὸ Ἱερὸν συνάθροισμα τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Διδασκάλων, ἐπάσχισε νὰ ἐγκωμιάσῃ τὴν Ἀειπάρθενον Δέσποιναν, θέλοντας νὰ ἐξηγήσῃ τὰς μεγάλας της δόξας. Ἕνας τὴν ἔκραξεν Ἥλιον, διατὶ στεφανωμένη μὲ τὰς ἀκτῖνας τῆς Θείας Χάριτος, ἀνάμεσα εἰς τὰ φῶτα ὅλα τοῦ Οὐρανοῦ, πλέα ἀστράπτει. Ἄλλος τὴν ὀνόμασε Σελήνην, ὅτι διὰ τὴν μεγάλην καὶ ὑπερθαύμαστον λάμψιν, ἀπὸ τὸν χορὸν ὄλον τῶν μυστικῶν ἀστέρων, ὡς Βασίλισσα προσκυνᾶται. Λέγεται Πηγή, ὁποὺ μὲ ρεῖθρα Οὐρανίων χαρίτων ποτίζει τὴν Ἐκκλησίαν. Λέγεται Κυπάρισσος, ὁποὺ διὰ τὴν ἔμφυτον μυρωδίαν, ἐφάνη πάντα μακρὰν ἀπὸ κάθε φθοράν. Λέγεται Κρῖνος, ὁποὺ δὲν ἔχασε ποτὲ τὸ λευκόμορφον κἀλλος, ἀγκαλὰ καὶ νὰ ἐβλάστησεν εἰς τὰς ἀκάνθας τῆς κοινῆς δυστυχίας. Λέγεται Οὐρανός, ὁποὺ ἀνέτειλε τὸν Ἥλιον τῆς Δικαιοσύνης. Λέγεται Κῆπος κεκλεισμένος, ὅπου ὁ σατανικὸς Ὄφις δὲν ἐτόλμησε νὰ χύσῃ τὸ Θανατηφόρον φαρμάκι. Λέγεται Παράδεισος, εἰς τὸν ὁποῖον ἐξήνθησε τὸ ξύλον τῆς ζωῆς. Λέγεται Ὄρος ὑψηλὸν τῆς ἁγιότητος, ὁποὺ ποτὲ δὲν ἐσκέπασεν ὁ κατακλυσμὸς τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας. Ἀλλὰ κανένα ἀπὸ ἐτοῦτα τὰ ὀνόματα δὲν εἶναι τόσον πρεπούμενον τῆς Παρθένου, ὅσον ἐκεῖνο, μὲ τὸ ὁποῖον τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἰς τὸ Ἆσμα τῶν ᾀσμάτων τὴν κράζει, ὄρθρον, αὐγήν. Τίς αὕτη ἡ ἀναβαίνουσα ὡσεὶ ὄρθρος; καὶ κατὰ ἀλήθειαν πόση ὁμοιότης εἶναι ἀναμέσον εἰς τὴν Παρθένον καὶ τὴν αὐγήν; Γεννᾶται ἀπὸ τὴν λαμπρὰν Πύλην τῆς Ἀνατολῆς, βαμμένον μὲ κροκόκκινον χρῶμα τὸ πρόσωπον, ἡ ῥοδοδάκτυλος καὶ φωτοφόρος αὐγή, στολισμένη μὲ ρόδα, καλλωπισμένη μὲ ἄνθη, καὶ περικεκοσμημένη μὲ κρίνους. Γεννᾶται καὶ τὴν σήμερον ἡμέραν ἀπὸ τήν μυστικὴν Ἀνατολὴν τὴν ἡγιασμένην κοιλίαν τῆς Θεομήτορος Ἄννης, ἡ πορφυρογέννητος Βασίλισσα τῶν άστέρων, ἡ Πάναγνος Κόρη, φέρνοντας εἰς τὸ πρόσωπον τὰ ῥόδα μιᾶς οὐρανικῆς καὶ ἀμωμήτου εὐμορφίας. Εἰς τὸ στῆθος τοὺς κρίνους μιᾶς ἀϊδίου καὶ καθαρᾶς ἀθωότητος, τόσον ὅτι φαίνεται ἕνας ἔμψυχος παράδεισος τῶν χαρίτων. Ἡ αὐγή γεννᾷ τὸν λαμπροφόρον Ἥλιον καὶ εἰς τὴν γέννησίν του σχολάζουσιν οἱ ἀστέρες, γλυκοκελαδοῦσι τὰ ὄρνεα, φεύγει τὸ σκότος τῆς νυχτός, καὶ ἀσύστατος Σελήνη ἀπὸ τὴν ἐντροπήν της σκεπάζεται, καὶ ἔτζι φέγγει ἡ χρυσαυγεστάτη ἡμέρα. Γεννᾷ καὶ ἡ Πάναγνος Μαριὰμ τὸν μυστικὸν Ἥλιον, ὁποὺ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν Κόσμον, καὶ εἰς τὴν γέννησίν του σχολάζει ἡ πολυθεΐα τῶν δολίων εἰδώλων. Τὰ στόματα τῶν Ἱερῶν Προπατόρων δὲν παύουσιν ἕνα θεολογικώτατον κελάδισμα μιᾶς ἀκαταπαύστου δοξολογίας. Ἀφανίζονται παντελῶς τοῦ παλαιοῦ Νόμου τὰ σκοτεινότατα σύμβολα. Καὶ ἡ ἀσύστατος χορεία τῶν ἀπίστων μὲ τὸ σκέπασμα τῆς σιωπῆς, ὅλη ἀπὸ τὴν ἐντροπήν της σκεπάζεται. Ἔτζι ἡ ζοφερὰ νύκτα τῆς ἀγνωσίας τρέπεται εἰς λαμπρὰν ἡμέραν γνώσεως, ἡμέραν ἀναπλάσεως, καὶ σωτηρίας. Τίς αὕτη ἡ ἀναβαίνουσα ὡσεὶ ὄρθρος; ὦ ἁγία καὶ φωτοφόρος αὐγή. Ἐσὺ εἶσαι ὁ ἀγλαόμορφος πρόδρομος τοῦ Ἡλίου τῆς δόξης. Ἐσὺ ἡ δροσερὴ αὖρα τοῦ Θείου φωτός. Ἐσὺ ὁ χαριέστατος μηνυτὴς τῆς εὐτυχεστάτης ἡμέρας. Τίς αὕτη ἡ ἀναβαίνουσα ὡσεὶ ὄρθρος;

Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Χαίρε, πύλη προβατική, ιερώτατε ναέ της μητέρας του Θεού. Χαίρε, πύλη προβατική, προγονική κατοικία της βασίλισσας. Χαίρε, πύλη προβατική, που ήσουν κάποτε μαντρί των προβάτων του Ιωακείμ, τώρα η ουρανομίμητη Εκκλησία της λογικής ποίμνης του Χριστού. Πύλη, που κάποτε μια φορά το χρόνο δεχόσουν τον άγγελο του Θεού, που ταράσσοντας το νερό, έδινε σ’ έναν άρρωστο τη δύναμη και τον γιάτρευε. Τώρα έχεις στρατιές από δυνάμεις αγγέλων, που δοξολογούν μαζί με μας τη Μητέρα του Θεού, την άβυσσο των θαυμάτων, τη πηγή που γιατρεύει όλους τους ανθρώπους. Μητέρα Θεού, που δέχθηκε όχι άγγελο υπηρέτη, αλλά τον Άγγελο της μεγάλης βουλής, που κατέβηκε πάνω στο απαλό μαλλί αθόρυβα σαν άφθονη βροχή καλοσύνης, και ξανάφερε σ’ ακλόνητη υγεία και σ’ αγέραστη ζωή όλη την αρρωστημένη μας φύση, που υποτάχθηκε στη φθορά. Χάρη σ’ Αυτόν ο παράλυτος σου έτρεξε πηδώντας σαν ελάφι. Χαίρε, τίμια προβατική κολυμβήθρα, η χάρη σου ν’ αυξάνει.
Χαίρε, Μαρία, γλυκύτατη Κόρη της Άννας. Σε σένα με παρασύρει πάλι η λαχτάρα της αγάπης. Πώς ν’ αναπαραστήσω το όλο σεμνότητα βάδισμα σου; Πώς το ντύσιμο σου; Πώς το χαριτωμένο πρόσωπο σου; Το γεροντικό σου φρόνημα στο νεαρό σου σώμα; Σεμνό ντύσιμο χωρίς πολυτέλεια και μαλθακότητα. Βήμα συγκρατημένο, χωρίς βιασύνη και χωρίς νωθρότητα. Το σοβαρό ύφος, που γλύκαινε κάποια ιλαρότητα, κρατημένο πάντα μακριά από τους άντρες. Κι απόδειξη ο φόβος που έδειξες με την απροσδόκητη προσφώνηση του αγγέλου. Πρόθυμη κι υπάκουη στους γονείς σου· κρατούσες το πνεύμα της ταπεινώσεως στις πιο μεγάλες αποκαλύψεις. Τα λόγια σου καλοσυνάτα έβγαιναν από ήρεμη ψυχή. Και τί χρειάζονται τα πολλά λόγια, άξια να κατοικήσει μέσα σου ο Θεός! Με το δίκιο τους σε μακαρίζουν όλες οι γενεές, εσένα την πιο διαλεχτή δόξα των ανθρώπων. Καύχημα των ιερέων, ελπίδα των χριστιανών, στήριγμα βασιλιάδων, πολύκαρπη φυτό της παρθενίας, γιατί από σένα απλώθηκε πλατιά η ομορφιά της παρθενίας. «Απ’ όλες τις γυναίκες συ είσαι η ευλογημένη κι ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου». Ευλογημένοι είναι όσοι σ’ αναγνωρίζουν Θεοτόκο, και μένουν στην κατάρα όσοι σ’ αρνιούνται.
…. Αειπάρθενε Κόρη, που παιδοποίησες, χωρίς να έχεις ανάγκη από άνδρα, αφού αυτός που γέννησες έχει πατέρα αιώνιο. Κόρη, γέννημα της γης, που βάσταξες στη θεομητορική σου αγκαλιά τον Πλάστη. Οι αιώνες παράβγαιναν στο τρέξιμο ποιος θα πρωτοπρολάβει να καυχηθεί για τη γέννησή σου. Αλλά η προκαθορισμένη απόφαση του Θεού, που έφτιαξε και τους αιώνες, νίκησε το συναγωνισμό των αιώνων κι έγιναν οι τελευταίοι αιώνες πρώτοι, εκείνοι που τους έλαχε να γεννηθείς σ’ αυτούς. Είσαι πραγματικά η πιο πολύτιμη απ’ όλη την πλάση, γιατί μόνο από σένα πήρε μικρό μέρος ο Πλάστης τις απαρχές της δικής μας φύσεως. Σάρκα Του έγινε η σάρκα σου, και αίμα Του το αίμα σου, και γάλα από σένα θήλασε ο Θεός, κι ενώθηκαν τα χείλη σου με του Θεού τα χείλη. Ακατανόητα κι ανείπωτα θαύματα. Ο Θεός των όλων προγνώρισε ότι εσύ άξια θα γίνεις της αγάπης Του και σ’ αγάπησε, κι από αγάπη σε προόρισε, και «στους στερνούς καιρούς» σ’ έφερε στο φως και σ’ ανάδειξε μητέρα και τροφό του δικού Του Υιού και Λόγου.
Εγκώμια στο ζεύγος των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννας.
Καλότυχο ζευγάρι, Ιωακείμ και Άννα, όλη η κτίση σας ευγνωμονεί. Γιατί με τη μεσολάβησή σας δώρισε η πλάση στο Δημιουργό το πιο υπέροχο απ’ όλα τα δώρα· πολυσέβαστη Μητέρα, μοναδική, άξια του Πλάστη. Ευλογημένος είσαι Ιωακείμ, απ’ όπου βγήκε το ακηλίδωτο σπέρμα. Θαυμαστή μήτρα της Άννας, που μέσα της αναπτύχθηκε σιγά – σιγά, σχηματίσθηκε και γεννήθηκε πανάγιο βρέφος. Γαστέρα, που κυοφόρησες μέσα σου τον έμψυχο ουρανό, πλατύτερο από την απεραντοσύνη των ουρανών. Αλώνι, που κράτησες επάνω σου τη θημωνιά του ζωοποιού σιταριού, όπως το δήλωσε ο ίδιος ο Χριστός: «Αν δεν πέσει ο κόκκος του σιταριού στη γη και πεθάνει, παραμένει ολομόναχος». Μαστοί που θηλάσατε εκείνη, που έθρεψε τον τροφοδότη του κόσμου. Θαυμάτων θαύματα και παραδόξων παράδοξα. Γιατί έτσι έπρεπε, ν’ ανοίξει με τα θαύματα ο δρόμος, απ’ όπου με τρόπο ανέκφραστο, από αγάπη, κατέβηκε κοντά μας ο Θεός για να σαρκωθεί.
…..Καλότυχο ζευγάρι, Ιωακείμ και Άννα, κι αληθινά αγνότατο. Απ’ τον καρπό των σπλάγχνων σας γίνατε γνωστοί, καθώς είπε ο Κύριος κάπου : «Θα τους γνωρίσετε καλά από τους καρπούς που θα κάνουν». Με τη ζωή σας δώσατε χαρά στο Θεό και γίνατε άξιοι της κόρης που γεννήσατε. Ζώντας τη ζωή σας με αγνότητα και αγιότητα καρποφορήσατε το στολίδι της παρθενίας, παρθένο προτού να γεννήσει, παρθένο την ώρα που γεννούσε, και παρθένο αφού γέννησε, τη μοναδική που μένει και σε νου και σε ψυχή και σε σώμα πάντοτε παρθένος. Έτσι έπρεπε να γίνει, η παρθένος που βλάστησε απ’ τη δική σας αγνότητα να γεννήσει σωματικά το μονάκριβο, μονογέννητο φως, με την ευδοκία εκείνου που το γέννησε ασώματα. Φως που δεν γεννάει, αλλά πάντοτε γεννιέται από φως, που η γέννηση είναι η ξεχωριστή προσωπική του ιδιότητα. Σε πόσα θαύματα και σε πόσες συμφωνίες έγινε εργαστήριο αυτή η Κόρη! Αφού γεννήθηκε από στείρα, γέννησε με τρόπο παρθενικό Εκείνον, που ένωσε θεότητα και ανθρωπότητα, πόνο και απάθεια, τη ζωή και το θάνατο, για να νικηθεί έτσι σ’ όλα το χειρότερο από το καλύτερο. Κι’ όλα αυτά για τη δική μου σωτηρία, Δέσποτα. Τόσο πολύ μ’ αγάπησες, ώστε μ’ έσωσες όχι με αγγέλους, ούτε με κάποιο άλλο δημιούργημα, αλλά όπως ακριβώς εσύ ο ίδιος με έπλασες την πρώτη φορά, έτσι πάλι εσύ ο ίδιος εργάσθηκες και για την ανάπλασή μου. Γι’ αυτό χορεύω και λέω μεγάλα λόγια και νιώθω μεγάλη χαρά, και ξαναγυρίζω πάλι πίσω στη πηγή των θαυμάτων και πλημμυρισμένος με το νάμα της ευθυμίας, αρπάζω την κιθάρα του Αγίου Πνεύματος και θεϊκό ύμνο τραγουδώ στη γέννησή της.
Ιωακείμ και Άννα, ζευγάρι λογικά τρυγόνια σωφρονέστατο! Εσείς, με το να κρατήσετε το φυσικό νόμο της σωφροσύνης, αξιωθήκατε με δώρα υπερφυσικά· γεννήσατε τη Μητέρα του Θεού, την ανέγγιχτη από άνδρα. Εσείς, αφού ζήσατε με ευσέβεια και οσιότητα μέσα στα όρια της ανθρώπινης φύσεως, γεννήσατε την ανώτερη από αγγέλους Κόρη, την Κυρία των αγγέλων. Ω Κόρη, πανέμορφη και γλυκύτατη. Κρίνο που ξεφύτρωσες ανάμεσα στ’ αγκάθια, από την πιο ευγενική και βασιλική ρίζα του Δαβίδ. Χάρη σε Σένα, Παρθένε, πλουτίσθηκε η βασιλεία με την ιεροσύνη. Χάρη σε Σένα μετακινήθηκε ο νόμος και ανακαλύφθηκε το πνεύμα, που κρυβότανε κάτω από το γράμμα, αφού η ιερατική εξουσία πέρασε από τη λευιτική στη δαβιτική φυλή. Ρόδο,(τριαντάφυλλο) που ξεφύτρωσες μέσα από τ’ αγκάθια των Ιουδαίων, και πλημμύρισες με το θεϊκό σου άρωμα τα σύμπαντα. Κόρη του Αδάμ και Μητέρα του Θεού. Ευλογημένη η μέση και τα σπλάγχνα απ’ όπου βλάστησες. Ευλογημένη η αγκαλιά που σε κράτησε και τα χείλη που απολαύσανε τα αγνά σου φιλιά, δηλ. τα χείλη των γονιών σου μονάχα, για να μείνεις πάντοτε, σ’ όλα παρθένος.
(Αγ.Ιωάννης ο Δαμασκηνός).
Η ανθρωπότητα είναι υποχρεωμένη στους άγιους γονείς Ιωακείμ και Άννα για το δώρο που προσέφεραν στο ανθρώπινο γενος.
«Ω μακαρία ξυνωρίς….υπόχρεως υμίν έσται πάσα η φύσις .Δι΄ημών προσήγαγε δώρον τω κτίστη ,δώρον απάντων υπερφυέστατον ,Μητέρα σεμνή ,μόνην αξία του κτίσαντος.»
Ας προσφέρουμε στην Αγνή παρθένο το αγαπητότερο και καταλληλότερο δώρο ,τον  αγιασμό μας και την αγνεία  του σώματος ,με εγκράτεια και προσευχή ,για να βρούμε θησαυρισμένη μέσα μας την καθαρότητα ,γινόμενοι  φιλόθεοι ,ευσεβείς, σώφρονες ,συνετοί ,όπως οι άγιοι προπάτορες του Χριστού και γονείς της Θεοτόκου.
Και Εσύ Παναγία ,που έγινες δώρο στον Θεό, αγίασε το θησαυροφυλάκιο των λόγων ,την καρδιά μας, κι ανάδειξε τη χώρα της ψυχής άγονη από κάθε κακό. Αμήν.
 http://e-theotokario.blogspot.gr/2012/09/blog-post_34.html